26/5/09

Παυλικιανοί, η άλλη όψη

Όσα γνωρίζουμε για την «αίρεση» των Παυλικιανών τα μαθαίνουμε από τις τυπικές κατηγορίες της κρατικής «Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας» του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους εκείνων των αιώνων, που εκτόξευσε εναντίον τους για να δικαιολογήσει το διωγμό, τη θανάτωση και το μίσος κατά χιλιάδων χριστιανών που είχαν βρει την αλήθεια στις Γραφές, σε μια εποχή πλήρους σκότους και παχυλής ειδωλολατρίας μέσα στην Εκκλησία και οι οποίοι χριστιανικά υπέστησαν με πολλή μακροθυμία τα χειρότερα βασανιστήρια για την πίστη τους επί σειρά ετών. Γιατί η «αίρεση» των Παυλικιανών ήταν πολύ επικίνδυνη για τους «χρυσοκάνθαρους» ιεράρχες της Βυζαντινής αυλής και έπρεπε οπωσδήποτε να τους σπιλώσουν με κάθε δυνατή συκοφαντία, ώστε να στρέψουν τον αμαθή λαό, τους φανατισμένους εικονολάτρες μοναχούς, το κράτος και το σπαθί των θρησκόληπτων αυτοκρατόρων και αυτοκρατορισσών εναντίον τους.

Οι ιστορικές πηγές
Οι αληθινές ιστορίες αυτών των χριστιανών έχουν εξαφανιστεί όσο ήταν δυνατόν, τα γραπτά τους καταστράφηκαν, ανάλογα με την εξουσία που είχαν οι διώκτες τους. Όχι μόνον αυτό, αλλά οι ιστορίες τους έχουν γραφτεί από εκείνους που ήθελαν να δημιουργήσουν τις χειρότερες εντυπώσεις γι’ αυτούς, για να δικαιώσουν τις δικές τους βαναυσότητες. Σε τέτοιες αναφορές ονομάζονται «αιρετικοί» και τους αποδίδονται ψευδοδιδασκαλίες που οι ίδιοι απέρριπταν. Συνήθως οι ίδιοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους Χριστιανούς ή Αδελφούς, αλλά οι άλλοι τους έδιναν πολυάριθμα ονόματα, για να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι εκπροσωπούσαν πολλές νέες, παράξενες και ασύνδετες μεταξύ τους αιρέσεις, και τους χαρακτήριζαν με υβριστικά επίθετα, για να τους εκθέσουν σε ανυποληψία. Είναι λοιπόν δύσκολο γι’ αυτούς τους λόγους ν’ ανιχνευτεί η ιστορία τους. Αυτά που οι εχθροί τους έγραψαν γι’ αυτούς πρέπει να αντιμετωπίζονται με υποψία. Λόγια που αποσπάστηκαν από το στόμα τους σε ώρα βασανιστηρίων είναι χωρίς αξία. Παρόλα τα εμπόδια, όμως, υπάρχει ένα μεγάλο σώμα αξιόπιστων στοιχείων, που συνεχώς αυξάνονται από περαιτέρω έρευνες, και τα οποία δείχνουν τι ήταν και τι έκαναν αυτοί οι άνθρωποι, τι πίστευαν και τι δίδασκαν. Τα στοιχεία που προέρχονται από δικές τους αναφορές παρέχουν έναν ασφαλή οδηγό για την πίστη και πρακτική τους.

Τα κινήματα αναζωπύρωσης
Ακόμη και τους 3 πρώτους αιώνες υπήρχαν πολλοί Χριστιανοί που διαμαρτύρονταν ενάντια στην αυξανόμενη κοσμικότητα της Εκκλησίας κι ενάντια στην απομάκρυνση από τις διδασκαλίες της Γραφής. Κινήματα αναζωπύρωσης ποτέ δε σταμάτησαν να επαναλαμβάνονται, ακόμη και όταν δεν είναι ορατή κάποια σύνδεση μεταξύ τους. Η αιτία είναι πάντα η ίδια: μια επιθυμία για επιστροφή στην εφαρμογή κάποιας αλήθειας της Καινής Διαθήκης. Τους πρώτους 3 αιώνες βλέπουμε να γίνονται αναζωπυρώσεις, που είχαν από την αρχή, σε διαφορετικό βαθμό η καθεμιά, διατηρήσει την καθαρότητα της χριστιανικής διδασκαλίας και άγια ζωή.
Από τον καιρό του Μάνι οι εκκλησίες των πιστών που αυτοαποκαλούνταν Χριστιανοί, ξεχωρίζοντας τον εαυτό τους από τους άλλους, που τους αποκαλούσαν «Ρωμαίους», είχαν πάντα κατηγορηθεί πως ήταν Μανιχαίοι, παρόλο που εκείνοι διακήρυτταν πως δεν ήταν και παραπονούνταν για την αδικία να τους αποδίδουν ξένες διδασκαλίες. Τα γραπτά κείμενά τους, όσα έχουν βρεθεί, δεν περιέχουν κανένα στοιχείο Μανιχαϊσμού, οπότε είναι λογικό να πιστέψουμε πως αυτή δεν ήταν η πίστη τους. Διακήρυτταν πως αποτελούσαν την «άγια, παγκόσμια και Αποστολική Εκκλησία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» κι αρνήθηκαν στις Ελληνικές, Λατινικές ή Αρμενικές εκκλησίες, που απομακρύνονταν διαρκώς απ’ τη Γραφή, τον τίτλο «εκκλησία», λέγοντας πως οι ίδιες τον απαρνήθηκαν με την ένωσή τους με το κράτος, με την είσοδο απίστων ανάμεσά τους μέσω του συστήματος του νηπιοβαπτισμού
[1], με την παροχή του Δείπνου του Κυρίου σε απίστους και με πολλά άλλα κακά που είχαν εισαγάγει. Συχνά το όνομα Παυλικιανός δινόταν στους πιστούς. Ο λόγος δεν είναι ξεκάθαρος. Επίσης αποκαλούνταν Θονράκοι από μια περιοχή όπου κάποτε ήταν πολυάριθμοι. Οι διωγμοί που υφίσταντο και η συστηματική καταστροφή των έργων τους μας κρύβουν μεγάλο μέρος της ιστορίας τους και μόνο αποσπασματικές ματιές μπορούμε να έχουμε σ’ αυτήν, αν και όσα απομένουν επαρκούν, για να δείξουν ότι υπήρχαν σ’ εκείνες τις μεγάλες εκτάσεις της Μ. Ασίας και της Αρμενίας, γύρω από το Αραράτ και πέρα από τον Ευφράτη, εκκλησίες ενηλίκων βαπτισμένων πιστών, που διατηρούσαν τις αποστολικές διδαχές, διατηρώντας μιαν αδιάσπαστη μαρτυρία από το αποστολικά χρόνια. Ο ισχυρισμός αυτών των πολυάριθμων συναθροίσεων πως ήταν οι αληθινοί διάδοχοι των Αποστολικών εκκλησιών (έχοντας διατηρήσει σε αδιάσπαστη διαδοχή τα πνευματικά τους χαρακτηριστικά) δεν αποδυναμώνεται από τα μεγάλα κενά στην ιστορία τους, για τα οποία προς το παρόν δεν έχουμε κάποια καταγραφή. Αυτή η κατάσταση είναι η φυσική συνέπεια των αποφασιστικών προσπαθειών που αδιάκοπα γίνονταν, πρώτα από την ειδωλολατρική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και κατόπιν από τις κρατικές εκκλησίες, να καταστρέψουν τους ανθρώπους και τις ιστορίες τους.

Ηγέτες αυτών των εκκλησιών
Ένας από τους ηγέτες τους, ο Σέργιος (Σαρκίς στα αρμενικά), λέει: «Για 34 χρόνια (800-834), έτρεξα σε ανατολή και δύση και από βορρά σε νότο, κηρύττοντας το Ευαγγέλιο του Χριστού, μέχρι που κουράστηκαν τα γόνατά μου». Είχε μια δυνατή βεβαιότητα για την κλήση του στη διακονία και με μεγάλη εξουσία θεράπευσε τις διαιρέσεις και ένωσε και καθοδήγησε τους πιστούς. Όμως με καθαρή συνείδηση ρωτούσε όσους γνώριζε αν είχε αδικήσει κανέναν ή αν είχε φερθεί σε κάποιον με αυταρχισμό. Αν κι εργαζόταν ως ξυλουργός, όμως επισκέφτηκε σχεδόν κάθε τμήμα των κεντρικών υψιπέδων της Μ. Ασίας. Η μεταστροφή του στην πίστη έγινε ως εξής: Μια πιστή γυναίκα τον ρώτησε γιατί δε διάβαζε τα ιερά ευαγγέλια. Της εξήγησε πως μόνο οι ιερείς μπορούν να το κάνουν αυτό και όχι οι λαϊκοί. Αυτή απάντησε πως ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά επιθυμεί όλοι να σωθούν και να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας και πως αυτό είναι τέχνασμα των ιερέων, για να στερούν στους ανθρώπους το μερίδιό τους από τα ευαγγέλια.
Αυτός τότε τα διάβασε και πίστεψε και για πολύ καιρό ομολογούσε πάρα πολύ αποτελεσματικά για το Χριστό. Οι επιστολές του κυκλοφόρησαν πλατιά κι εκτιμήθηκαν πολύ κι οι δραστηριότητές του σταμάτησαν μόνο με το θάνατό του, όταν σφάχτηκε με ένα τσεκούρι από τους διώκτες του.
Ήταν ένας από τους πιο διακεκριμένους ανάμεσα σε πολλούς άλλους, των οποίων ο ευσεβής χαρακτήρας και η αφοσιωμένη υπηρεσία χάραξαν τα ονόματά τους στη μνήμη ενός ηρωικού λαού. Κωνσταντίνος, Συμεών, Γενέσιος, Ιωσήφ, Ζαχαρίας, Βαάνης, Σεμπάτ, Σέργιος, είναι ονόματα που επιβίωσαν μέσα στα συντρίμμια των διωγμών που ακολούθησαν. Τόσο διαποτισμένοι ήταν αυτοί οι αδελφοί με το Πνεύμα των Πράξεων των Αποστόλων κι είχαν τόση επιθυμία να συνεχίσουν αναλλοίωτες τις παραδόσεις της Καινής Διαθήκης και ιδιαίτερα να διατηρήσουν στις χώρες τους την ενθύμηση πως σ’ εκείνα τα μέρη είχαν μοχθήσει οι Απόστολοι και είχαν ιδρύσει τις πρώτες εκκλησίες, ώστε συνήθιζαν να παίρνουν τα ονόματα των ανδρών και εκκλησιών που αναφέρονται στη Καινή Διαθήκη. Έτσι ο Κωνσταντίνος ονομάστηκε Σιλουανός, ο Συμεών Τίτος, ο Γενέσιος Τιμόθεος, ο Ιωσήφ Επαφρόδιτος. Πολύ διαφορετικά ήταν τα ονόματα που τους δόθηκαν από τους εχθρούς τους, οι οποίοι αποκαλούσαν το Ζαχαρία «μισθωτό βοσκό» και το Βαάνη «βρωμερό». Ανάλογα οι «αληθινοί χριστιανοί», όπως εκείνοι αποκαλούσαν τον εαυτό τους για να διακρίνονται απ’ τους «Ρωμαίους», έδιναν αναμνηστικά ονόματα στις εκκλησίες που ήταν κέντρα των δραστηριοτήτων τους. Έτσι η Κιβόσου, όπου μόχθησαν ο Κωνσταντίνος κι ο Συμεών, ήταν η «Μακεδονία» τους, το χωριό Μανάναλη, γύρω από το οποίο εργάστηκε ο Γενέσιος, ήταν η «Αχαΐα» τους, ενώ άλλες εκκλησίες ονομάστηκαν Φίλιπποι, Λαοδίκεια, Κολοσσές κ.ο.κ.

Απάνθρωποι διωγμοί
Συστηματικές σφαγές, αποκεφαλισμοί, θάνατοι στην πυρά, πνιγμοί άρχισαν ξανά με τις διαταγές της αυτοκράτειρας Θεοδώρας (που προκάλεσε την αναστήλωση των εικόνων κι έθαψε την εικονομαχία) και συνεχίστηκαν για πολλά χρόνια, απέτυχαν όμως να κλονίσουν τη σταθερότητα των πιστών. Λέγεται πως ανάμεσα στα χρόνια 842 και 867 ο ζήλος της Θεοδώρας και των «ιεροεξεταστών» της προκάλεσε το θάνατο 100.000 ανθρώπων. Αυτή η εποχή περιγράφεται από το Γρηγόριο Μάγιστρο, που 200 χρόνια αργότερα ήταν επικεφαλής ενός διωγμού των πιστών στην ίδια περιοχή. Γράφει: «Πριν από εμάς πολλοί στρατηγοί και δικαστές τους παρέδωσαν στη μάχαιρα και χωρίς έλεος δε λυπήθηκαν ούτε γέρους ούτε παιδιά, και πολύ σωστά (!) έκαναν. Κι ακόμη περισσότερο, οι πατριάρχες μας σημάδευαν τα μέτωπά τους με την εικόνα μιας αλεπούς... άλλοι πάλι τους έβγαζαν τα μάτια, λέγοντας: ‘Είστε τυφλοί στα πνευματικά πράγματα, γι’ αυτό δε θα κοιτάζετε πράγματα υλικά’».

«Το κλειδί της Αλήθειας»
Το αρμενικό βιβλίο «Το κλειδί της Αλήθειας» περιγράφει αυτά που πίστευαν, όπως και τη πρακτική των επονομαζόμενων Παυλικιανών ή Θονράκων εκείνη την εποχή, και παρόλο που αναμφισβήτητα υπήρχαν πολλές διαφορές στις πολυάριθμες διασκορπισμένες εκκλησίες, όμως αυτή η αυθεντική αναφορά που δόθηκε από έναν από τους ίδιους ταιριάζει στους πιο πολλούς. Ο συγγραφέας είναι άγνωστος, αλλά γράφει με δύναμη και ευγλωττία καθώς και με βαθύ συναίσθημα ευθύνης και σοβαρότητα. Ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις που μπορεί να έχει κανένας ως προς το νηπιοβαπτισμό, δεν μπορεί να μη θαυμάσει το γεγονός ότι από ευλάβεια αυτοί οι πιστοί είχαν απορρίψει το νηπιοβαπτισμό, έτσι όπως εφαρμοζόταν τότε. Επειδή, ο σκοπός της κρατούσας Εκκλησίας ήταν μέσω του βαπτίσματος, είτε των ενηλίκων είτε κυρίως των νηπίων, να εισαγάγει βιαίως στο σύστημά της τους ανθρώπους, με σκοπό να αισθάνεται μεγάλη, δυνατή και να αποκτήσει εξουσία στα πλήθη. Δεν αποσκοπούσε να εισάγει ανθρώπους στη Διαθήκη του Κυρίου, βαπτίζοντας εκούσια ενήλικες ή τα νήπια μόνο πιστών Χριστιανών γονέων. Γι’ αυτούς τους λόγους αυτοί οι πιστοί είχαν απορρίψει το νηπιοβαπτισμό. Ο συγγραφέας του ως άνω βιβλίου γράφει, για να δώσει στα νεογέννητα παιδιά της παγκόσμιας και Αποστολικής Εκκλησίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού το άγιο γάλα, με το οποίο θα τραφούν μέσα στην πίστη: «Ο Κύριός μας, ζητά πρώτα μετάνοια και πίστη κι ύστερα δίνει το βάπτισμα. Έτσι πρέπει να τον ακολουθήσουμε και να μη πράττουμε σύμφωνα με τα απατηλά επιχειρήματα άλλων που βαπτίζουν τους άπιστους, τους παράλογους και τους αμετανόητους. Όταν γεννιέται ένα παιδί, οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας πρέπει να δώσουν συμβουλές στους γονείς, ώστε να το εκπαιδεύσουν στην ευσέβεια και στην Πίστη. Αυτό πρέπει να συνοδεύεται από προσευχή, την ανάγνωση των Γραφών και την ονοματοδοσία του παιδιού. Όταν κάποιος θέλει να βαπτιστεί, αυτό πρέπει να γίνεται μετά από ειλικρινή του αίτηση. Το βάπτισμα πρέπει να γίνεται σε ποταμούς ή σε άλλα νερά στην ύπαιθρο. Ο υποψήφιος για το βάπτισμα πρέπει γονατιστός μέσα στο νερό να ομολογήσει την πίστη του στους παρόντες πιστούς, με μεγάλη αγάπη και δάκρυα. Αυτός που κάνει τη βάπτιση πρέπει να έχει άψογο χαρακτήρα. Η προσευχή και η ανάγνωση των Γραφών πρέπει να συνοδεύουν το βάπτισμα».
Η τοποθέτηση ενός πρεσβυτέρου απαιτεί μεγάλη προσοχή, για να μην εκλεγεί κάποιος ανάξιος. Πρέπει να επιβεβαιωθεί αν έχει τέλεια σοφία, αγάπη, που είναι το πιο σημαντικό, αρετή, ευγένεια, ταπεινοφροσύνη, δικαιοσύνη, θάρρος, σοβαρότητα, ευγλωττία. Επιθέτοντας χέρια πάνω του, μαζί με προσευχή και την ανάγνωση ανάλογων αποσπασμάτων από τη Γραφή, του γινόταν η ερώτηση που είχε κάνει ο Χριστός στους γιους του Ζεβεδαίου: «Μπορείς να πιεις το ποτήρι που θα πιω ή να βαπτιστείς το βάπτισμα που θα βαπτιστώ;» Η απάντηση που ζητιόταν απ’ αυτόν, δείχνει τους κινδύνους και τις ευθύνες που τέτοιοι άνδρες αποδέχονταν, και που κανείς δε θα έπαιρνε πάνω του αν δεν υπήρχε μια ειλικρινής αγάπη και η θέληση να υποφέρουν στο έπακρο, ακολουθώντας το Χριστό και φροντίζοντας το ποίμνιό του. Η απάντηση ήταν: «Παίρνω πάνω μου μαστιγώσεις, φυλακίσεις, βασανιστήρια, ονειδισμούς, σταυρούς, χτυπήματα, θλίψη και όλους τους πειρασμούς του κόσμου, που πήραν πάνω τους και αποδέχτηκαν με αγάπη ο Κύριος και Μεσίτης μας και η παγκόσμια και Αποστολική Άγια Εκκλησία. Έτσι λοιπόν κι εγώ, ένας ανάξιος υπηρέτης του Ιησού Χριστού, με μεγάλη αγάπη και πρόθυμη θέληση τα παίρνω επάνω μου όλα αυτά μέχρι την ώρα του θανάτου μου». Μετά, με την ανάγνωση πολλών Γραφικών αποσπασμάτων τον εμπιστεύονταν στο Κύριο, με επισημότητα και σοβαρότητα και οι πρεσβύτεροι έλεγαν στο Θεό: «Ταπεινά Σε ικετεύουμε, δεόμαστε και Σε παρακαλούμε... βάλε την άγια χάρη Σου πάνω σ’ αυτόν που τώρα έχει έρθει και ζητά από Σένα τη χάρη της άγιας εξουσίας Σου... κάνε τον αστραφτερά αγνό από κάθε πονηρό διαλογισμό... άνοιξε το νου του να καταλαβαίνει τις Γραφές».
Γράφοντας για τις εικόνες και τα λείψανα ο συγγραφέας λέει: «...Σχετικά με τη μεσολάβηση του Κυρίου Ιησού Χριστού και όχι άλλων αγίων είτε νεκρών είτε πετρών ή σταυρών και εικόνων. Σ’ αυτό το ζήτημα κάποιοι έχουν αρνηθεί την πολύτιμη μεσολάβηση και μεσιτεία του αγαπημένου Υιού του Θεού και ακολούθησαν πράγματα νεκρά και ιδιαίτερα εικόνες, πέτρες, σταυρούς, νερά, δέντρα, πηγές και άλλα μάταια πράγματα. Καθώς τα παραδέχονται και τα λατρεύουν, προσφέρουν έτσι θυμίαμα και κεριά και παρουσιάζουν θαύματα, πράγματα που είναι όλα αντίθετα με το Θεό».

Δογματικές τοποθετήσεις
Η σύγκρουση, που συνεχίστηκε ανάμεσα σ’ αυτές τις εκκλησίες στα βουνά του Ταύρου και στις γειτονικές χώρες με τους διώκτες τους στην Κωνσταντινούπολη, τις οδήγησε στο να δώσουν περισσότερη έμφαση σε κάποια γραφικά αποσπάσματα απ’ ό,τι σε άλλα. Η κυριαρχούσα Εκκλησία είχε υιοθετήσει την ειδωλολατρία στο σύστημά της με τη σταδιακή εισαγωγή της λατρείας της Παρθένου Μαρίας κι έφερε τον κόσμο μέσα σ’ αυτήν με το νηπιοβαπτισμό
[2]. Αυτό έκανε τις πρώτες εκκλησίες να τονίζουν πολύ την τέλεια ανθρώπινη φύση του Κυρίου στη γέννησή του, δείχνοντας ότι η Μαρία, αν κι ήταν μητέρα του Κυρίου, δε μπορούσε να ονομάζεται «Θεοτόκος», και να δίνουν έμφαση στη σπουδαιότητα του βαπτίσματος του Ιησού, όταν το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε πάνω Του και η φωνή από τον ουρανό διακήρυξε: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός στον οποίο ευαρεστήθηκα». Σε πολλές συζητήσεις σχετικά με τη θεία και την ανθρώπινη φύση του Χριστού – θέμα που παραμένει μυστήριο παρ’ όλες τις προσπάθειες που έγιναν από θεολόγους, για να δοθεί κάποια εξήγηση – χρησιμοποιούσαν εκφράσεις που οι εχθροί τους είπαν πως έδειχναν ότι δεν πίστευαν στη θεότητα του Χριστού πριν από τη βάπτισή του. Φαίνεται όμως μάλλον να πίστευαν πως οι θεϊκές του ιδιότητες δεν ήταν σε δράση από τη γέννηση μέχρι τη βάπτισή του. Δίδασκαν πως στη βάπτισή του, σε ηλικία 30 ετών, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός έλαβε την εξουσία, την αρχιερατική θέση και τη βασιλεία.

Ένοπλη αντίσταση
Αυτές οι εκκλησίες, που εφάρμοζαν τις αρχές της Κ. Διαθήκης σε μεγάλο βαθμό, διαφορετικά βέβαια από περιοχή σε περιοχή, που ονομάζονταν από τους εχθρούς τους Μανιχαίοι, Παυλικιανοί και άλλα ονόματα, υπέφεραν επί αιώνες με υπομονή και χωρίς να αντεκδικούνται τις φοβερές αδικίες εναντίον τους. Στη διάρκεια της βασιλείας των εικονομάχων αυτοκρατόρων απόλαυσαν για λίγο ειρήνη, οι φοβεροί όμως διωγμοί που έγιναν από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα απέλπισαν τόσο μερικούς από αυτούς, ώστε πήραν τα όπλα ενάντια στους διώκτες τους.
Υπακούοντας στις βάναυσες εντολές της φανατισμένης εικονολάτρισσας αυτοκράτειρας οι αυτοκρατορικοί δήμιοι σούβλισαν έναν άντρα, που ο γιος του, Καρβέας, είχε υψηλή θέση στην αυτοκρατορική υπηρεσία. Μόλις το έμαθε ο Καρβέας, με φλογισμένη αγανάκτηση απαρνήθηκε κάθε υποστήριξή του προς τους «Ρωμαίους» (Βυζάντιο). Μαζί με άλλους 5.000 Παυλικιανούς, εγκαταστάθηκε στην Τεφρίδα κοντά στην Τραπεζούντα, την οποία έκαναν κέντρο επιθέσεων προς τις ελληνικές περιοχές της Μ. Ασίας. Με μωαμεθανική βοήθεια νίκησαν τον αυτοκράτορα Μιχαήλ, γιο της Θεοδώρας, κατέλαβαν τις πόλεις μέχρι την Έφεσο και κατέστρεψαν τις εικόνες που βρήκαν εκεί. Τον καθεδρικό ναό της Εφέσου τον θεώρησαν ειδωλολατρικό και τον χρησιμοποίησαν ως στάβλο με τέλεια περιφρόνηση προς τις εικόνες και τα λείψανα που βρήκαν εκεί.
Καθώς οι επαναστατημένοι Παυλικιανοί έβλεπαν από τη μια τους εικονολάτρες να τους καταπιέζουν με φοβερή κακία κι από την άλλη τους Μωαμεθανούς, απαλλαγμένους από την ειδωλολατρία, να τους προσφέρουν ελευθερία και βοήθεια, πρέπει να ήταν δύσκολο γι’ αυτούς να κρίνουν ποια από τα δύο συστήματα ήταν πιο μακριά από τη θεία αποκάλυψη που δόθηκε με το Χριστό. Γι’ αυτό κι όταν η φλόγα της πίστης τους υποχώρησε, προτίμησαν να γίνουν μουσουλμάνοι παρά χριστιανοί Ορθόδοξοι, οι οποίοι τους είχαν τόσο μισήσει κι αδικήσει. Οι Μωαμεθανοί, ωστόσο, ήταν δυστυχώς ανίκανοι να προοδεύσουν στη γνώση του Θεού, γιατί απέρριπταν ολοκληρωτικά την Αγία Γραφή και δεσμεύονταν από το Κοράνι, βιβλίο ανθρώπινης προέλευσης. Οι Ελληνικές και Ρωμαϊκές εκκλησίες, αν και είχαν απομακρυνθεί από την αλήθεια, διατηρούσαν όμως τις Γραφές κι έτσι υπήρχε ανάμεσά τους αυτό που με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος μπορούσε να φέρει αναζωπύρωση.

Ύβρεις των εχθρών τους
Οι εχθροί των Παυλικιανών αναφέρονται στα γραπτά τους εναντίον τους με εκφράσεις τόσο βίαιες και υβριστικές, ώστε να είναι αναξιόπιστοι. Οτιδήποτε καλό, που εκ των πραγμάτων αναγκάζονται να παραδεχτούν ότι έχουν, το αποδίδουν αποκλειστικά σε πονηρά κίνητρα. Η συνεχής κατηγορία τους για Μανιχαϊσμό δεν είναι πιστευτή, καθώς οι κατηγορούμενοι συνεχώς την αρνούνται και διδάσκουν και υποφέρουν για τις αντίθετες διδασκαλίες. Το γεγονός ότι είχαν τη Γραφή ή ένα μεγάλο μέρος της σε καθαρή, αναλλοίωτη μορφή κι ότι τη μελετούσαν με επιμέλεια, είναι μια ακόμα απόδειξη πως δεν ήταν Μανιχαϊστές, γιατί οι διδασκαλίες του Μάνι προϋπέθεταν την απόρριψη ή την αλλοίωση των Γραφών. Αναφορές για μια αφύσικα κακοήθη συμπεριφορά δε συμφωνούν με την παραδοχή των εχθρών τους πως ήταν ευσεβείς και με τέλεια συμπεριφορά, ανώτεροι από τους γύρω τους, και δεν είναι λογική η εξήγηση πως όλη τους η καλή συμπεριφορά ήταν μονάχα υποκρισία. Ο χαρακτήρας των άφθονων μαρτυριών των εχθρών τους, σε συνδυασμό με τις λίγες δικές τους αναφορές που διασώθηκαν, μας κάνει να απορρίπτουμε με βεβαιότητα το μύθο του Μανιχαϊσμού και της κακοήθειας και να αναγνωρίσουμε σ’ αυτές τις διωκόμενες εκκλησίες ένα λαό του Κυρίου, που στην εποχή του διατήρησε τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού με πίστη και απαράμιλλο θάρρος.

Βογόμιλοι και Πομάκοι
Μετανάστες Παυλικιανοί στη Θράκη, επί εποχής Κωνσταντίνου Ε', γιου του Λέοντα του Ίσαυρου, και του Ιωάννη Τσιμισκή, ευαγγέλισαν τους Βούλγαρους, που τους ονόμαζαν «Μπόγκου μίλι», δηλαδή «Φίλους του Θεού» και από εκεί προέρχεται η λέξη Βογόμιλοι. Αυτοί ήταν οι Βούλγαροι Παυλικιανοί. Κατόπιν η πίστη τους επεκτάθηκε μέχρι τη Βοσνία. Οι σημερινοί Μουσουλμάνοι Βόσνιοι είναι παλιοί Βογόμιλοι, που πιεζόμενοι ανάμεσα στους Ορθόδοξους Σέρβους και τους Καθολικούς Κροάτες προτίμησαν να γίνουν Μουσουλμάνοι, γιατί οι τελευταίοι εγγυούνταν σ’ αυτούς ελευθερία και ανακούφιση από τους διωγμούς των «χριστιανών». Το ίδιο και οι Πομάκοι της Νότιας Βουλγαρίας και της Ελλάδας είναι παλαιοί Παυλικιανοί, οι οποίοι για τους ίδιους λόγους έγιναν κι αυτοί Μουσουλμάνοι.

Προσοχή στη χρησιμοποίηση των ιστορικών πηγών
Τελειώνοντας αυτό το άρθρο δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε τη λύπη μας, που κοινοτοπίες και ύβρεις των εχθρών των εν Χριστώ αδελφών μας έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό ακόμη και τους σημερινούς Χριστιανούς (όλων των χριστιανικών Ομολογιών) και τα βιβλία ιστορίας που έχουν γράψει. Δυστυχώς οι πηγές τους δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να ρίχνουν στη μνήμη τους λάσπη, χολή και κακία άνευ προηγουμένου. Βέβαια, είναι δύσκολο να κάνει κανείς προσωπική έρευνα σε τέτοια θέματα. Θέλησα, όμως, να αναφέρω μιαν άλλη άποψη γι’ αυτούς τους παρεξηγημένους αδελφούς μας, που να μην προσβάλλει τη μνήμη τους και που να πλησιάζει περισσότερο κατά τη γνώμη μου στην αλήθεια.

του Σπύρου Καραλή

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1) «The pilgrim’s Church», E. H. Broadbent (κεφ.3, «Παυλικιανοί και Βογόμιλοι».
2) «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Κ. Παπαρηγόπουλου (10ος τόμος), εκδόσεις «Κάκτος».

[1] Δεν είναι σκοπός του άρθρου αυτού να υποστηρίξει το βάπτισμα των ενηλίκων, ούτε να κάνει συζήτηση περί αυτού του θέματος. Πολλοί άλλοι έχουν ασχοληθεί διεξοδικά με αυτό το θέμα, παραθέτοντας τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών. Από παλιά στο θέμα αυτό υπήρχαν διαφορετικές γνώμες και πρακτικές, που κατά τη γνώμη του συγγραφέα αυτού του άρθρου, εφόσον γίνονται από ευλάβεια προς το Θεό, είναι σεβαστές. Οι Παυλικιανοί από ευλάβεια είχαν απορρίψει το νηπιοβαπτισμό, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
[2] Σύμφωνα με την επίσημη διδασκαλία των Προτεσταντικών Εκκλησιών που εφαρμόζουν το νηπιοβαπτισμό, βαπτίζονται μόνο τα νήπια που τουλάχιστον ο ένας από τους δύο γονείς είναι συνειδητός πιστός. Για να αποδεχτούν κάποιον ως οργανικό μέλος της Εκκλησίας, πρέπει να κάνει τη μαρτυρία του ενώπιον της Εκκλησίας και να δώσει δείγματα χριστιανικής ζωής. Άλλες εφαρμόζουν τη λεγόμενη Τελετή της Επιβεβαίωσης (Confirmation). Δηλαδή σε ηλικία άνω των 12 ετών το παιδί που έχει βαπτιστεί νήπιο κατηχείται στα στοιχεία της πίστης και, εφόσον τα αποδεχτεί, έχει δικαίωμα να παίρνει μέρος στη Θεία Κοινωνία. Οι Εκκλησίες που εφαρμόζουν το νηπιοβαπτισμό δε δίνουν τη Θεία Κοινωνία σε μωρά παιδιά που δεν έχουν κάνει είτε προσωπική δημόσια Ομολογία Πίστης είτε την Τελετή της Επιβεβαίωσης. Αυτές οι πρακτικές δεν εφαρμόζονται στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία θεωρεί ότι με το βάπτισμα αναγεννιέται το νήπιο, γι’ αυτό και το θεωρούν πιστό Χριστιανό και οργανικό μέλος της Εκκλησίας. Έτσι του χορηγούν και τη Θεία Κοινωνία, όντας ακόμη νήπιο. Τέτοιου είδους συνήθεια, κατά την οποία κάθε νήπιο βαπτισμένο, θεωρείται αδιάκριτα χριστιανός αναγεννημένος από το Άγιο Πνεύμα, αναγκαστικά φέρνει τον κόσμο μέσα στην Εκκλησία. Η Τελετή της Επιβεβαίωσης ή η Ομολογία μπροστά στη Εκκλησία αντιστοιχεί σ’ εκείνες τις Προτεσταντικές Εκκλησίες που τα εφαρμόζουν με το βάπτισμα των ενηλίκων που εφαρμόζουν οι Εκκλησίες Βαπτιστικού τύπου.

23/5/09

Ο αντισημιτισμός και ο μύθος της εβραϊκής συνομωσίας

Πολλές φορές ακούγεται γύρω μας να γίνεται λόγος για κάποια υποτιθέμενη «Εβραϊκή συνομωσία» (ή «Σιωνιστική συνομωσία») που αποσκοπεί στην παγκόσμια κυριαρχία. Πολλοί μύθοι για φανταστικές συνομωσίες έχουν υπάρξει και θα υπάρξουν, αλλά αυτός ο μύθος, που έχει στοιχειώσει επί αιώνες πλέον, έχει κοστίσει το αθώο αίμα εκατομμυρίων ανθρώπων, όχι μόνο στο πρόσφατο Ναζιστικό Ολοκαύτωμα, αλλά και πολλούς αιώνες πριν. Είναι αδύνατον να αποδείξουμε πόσο φανταστικός και ψεύτικος είναι ο μύθος αυτός αν δεν έχουμε υπόψη την παράλληλη ιστορία του αντισημιτισμού, το αντι-εβραϊκό περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννήθηκε και γιγαντώθηκε.
Ο αντισημιτισμός ορίζεται γενικά ως το μίσος και η θεώρηση του εβραϊκού λαού, ως φυλής κακής και διεστραμμένης εκ φύσεως και άρα επικίνδυνης για την ανθρωπότητα. Αυτή η διαστρεβλωμένη θεώρηση άρχισε να αναπτύσσεται στον Εθνικό κόσμο όπου ήταν διεσπαρμένοι οι Εβραίοι, από την εποχή της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας. Αρχικά, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο της Εσθήρ, οι Ισραηλίτες που ήταν διεσπαρμένοι στην Περσική Αυτοκρατορία, κινδύνεψαν να υποστούν μία γενοκτονία επειδή, όπως συκοφαντήθηκαν, ήταν ανυπάκουοι στους νόμους του βασιλιά και συνιστούσαν απειλή. Αυτή η ίδια κατηγορία της απειλής επαναλήφθηκε ξανά και ξανά στους μετέπειτα αιώνες, οπουδήποτε οι Εβραίοι ήταν διεσπαρμένοι, κυρίως στην Αλεξάνδρεια και στη Ρώμη. Κάποιοι ελληνιστές φιλόσοφοι (όπως ο Αιγύπτιος Απίων) και Ρωμαίοι (όπως ο Τάκιτος) ενοχλούνταν από τη διαφορετική ηθική τους, τους διαιτητικούς νόμους τους, την αργία του Σαββάτου, το Μονοθεϊσμό και την έλλειψη αγαλμάτων-εικόνων στη λατρεία τους: η διαφορετική ζωή και πίστη, σε συνδυασμό με τον χωρισμό από την ειδωλολατρική ζωή των γειτόνων τους (μη συμμετοχή σε συμπόσια, θυσίες, γιορτές) τους είχε καταστήσει μία περίεργη κοινότητα ανθρώπων στην καλύτερη περίπτωση – και μία απειλή για τις ειδωλολατρικές κοινωνίες στη χειρότερη. Ο Απίων ήταν ο πρώτος που κατηγόρησε τους Ιουδαίους για ένα είδος συνομωσίας κατά των Εθνικών.
Η προκατάληψη και οι συκοφαντίες αυξήθηκαν στη μετά Χριστό εποχή, όπου σε μία περίπτωση απελάθηκαν όλοι οι Εβραίοι από τη Ρώμη. Ιδιαίτερα μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον Τίτο το 70 μ.Χ. και τη συντριβή της εξέγερσης του Μπαρ-Κοχμπά το 133 μ.Χ. οι πληθυσμοί των Εβραίων στη Διασπορά αυξήθηκαν θεαματικά και μαζί και τα προβλήματά τους με τους ειδωλολάτρες γείτονές τους. Η Διασπορά πριν το 70 μ.Χ., στην Αλεξάνδρεια, στη Μ.Ασία, στην Ελλάδα και Ρώμη, είχε γίνει για οικονομικούς λόγους και μόνο, και δεν ήταν αποτέλεσμα θεϊκής κατάρας ή τιμωρίας. Με δυο λόγια πάντως η εχθρότητα των Ρωμαίων, Ασιατών κ.α. ειδωλολατρικών λαών οφειλόταν στη διαφορετικότητα της θρησκείας τους και του τρόπου ζωής τους. Ακόμη δεν υπήρχε φθόνος για την οικονομική τους πρόοδο μιας και οι Εβραίοι ήταν απλοί τεχνίτες ή μικροέμποροι στις πόλεις που ζούσαν.
Μετά τη σταύρωση του Ιησού Χριστού το 30 μ.Χ., από τους θρησκευτικούς ηγέτες του Ισραήλ και τη ρωμαϊκή ηγεσία (Πιλάτος-Ηρώδης), σχηματίστηκε η χριστιανική Εκκλησία από τους Εβραίους μαθητές/αποστόλους του Ιησού. Αυτοί άρχισαν να κηρύττουν την ανάσταση του Χριστού και στη γη του Ισραήλ και στους Εβραίους της Διασποράς, από τους οποίους σχηματίστηκαν οι πρώτες εκκλησίες στην Ασία (Συρία, Μ.Ασία), Ρώμη, Ελλάδα, κλπ. Ο πυρήνας κάθε τοπικής εκκλησίας – όπως φαίνεται ξεκάθαρα από τις Πράξεις των Αποστόλων - ήταν Εβραίοι και Εθνικοί προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό (Ασιάτες, Ρωμαίοι, Έλληνες, κ.α. που είχαν ασπαστεί τον Ιουδαϊσμό στην πράξη ή ακολουθούσαν μόνο τη μονοθεϊστική του πίστη και τις Άγιες Γραφές του Μωυσή και των προφητών). Έτσι, τις πρώτες δεκαετίες της Εκκλησίας, αν και υπήρχε έντονη διαφωνία μεταξύ Εκκλησίας και Συναγωγής σχετικά με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, τη σωτηρία, κλπ. δεν υπήρχε καθόλου αντισημιτισμός στους Χριστιανούς που ένοιωθαν ζωντανά την εβραϊκή προέλευση της πίστης τους. Σιγά - σιγά όμως, όσο οι Εθνικοί έπαιρναν την εξουσία μέσα στην Εκκλησία, μετά το θάνατο των Αποστόλων, κι όσο η πλειοψηφία των Εβραίων δεν αποδέχονταν τον Ιησού ως αναστημένο και ως Μεσσία, άρχισε η πικρία και η περιφρόνησή τους από μέρους των Χριστιανών – φυσιολογική αντίδραση ως ένα βαθμό. Αν και ο απόστολος Παύλος είχε προειδοποιήσει στην προς Ρωμαίους επιστολή του τους εξ εθνών Χριστιανούς «να μην υψηλοφρονούν, και καυχιούνται κατά της ρίζας του δέντρου του Ισραήλ στο οποίο είχαν μπολιαστεί» (11:17-18), από τον 2ο αιώνα και μετά, αυτό άρχισε να γίνεται πραγματικότητα όλο και περισσότερο.
Η παράλογη και άδικη κατηγορία της Χριστοκτονίας, δηλ. ότι οι Εβραίοι είχαν σκοτώσει τον Χριστό, κέρδιζε έδαφος στις συνειδήσεις των απλών Χριστιανών και των μορφωμένων εκκλησιαστικών ηγετών που θύμωναν όσο περνούσε ο καιρός και οι Εβραίοι δεν πίστευαν σ’ Αυτόν. Με το πέρας των Ρωμαϊκών διωγμών και την άνοδο στο θρόνο Χριστιανών αυτοκρατόρων η περιφρόνηση εκδηλώθηκε ως αντι-εβραϊκή νομοθεσία που τους περιόριζε από πολλές δραστηριότητες, όχι μόνο θρησκευτικές, αλλά και κοινωνικές και εμπορικές. Αυτό γινόταν τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή, και με το πέρασμα των αιώνων η κατάσταση χειροτέρευε. Αν και δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι οι Εβραίοι ήταν πάντα υποδειγματικοί πολίτες της αυτοκρατορίας, ωστόσο οι θεολογικές τους διαφορές και η στάση τους απέναντι στο Σωτήρα και Βασιλιά των Χριστιανών, δε θα έπρεπε να στρέφει τους κοσμικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες εναντίον τους. Τα εμπρηστικά κηρύγματα πολλών εκκλησιαστικών ηγετών κατά των Εβραίων ως «Θεοκτόνων» άναβαν το μίσος των αμόρφωτων όχλων, που στη συνέχεια ξεσπούσαν σε κυριολεκτικούς εμπρησμούς συναγωγών και εβραϊκών συνοικιών, ακόμη και σφαγών αθώων Εβραίων.
Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε δύο λόγια για το παράλογο και άδικο της κατηγορίας ότι «οι Εβραίοι σκότωσαν τον Χριστό». Όπως λένε τα Ευαγγέλια, ο επίσης Εβραίος Ιησούς Χριστός είχε εκατοντάδες αφοσιωμένους Εβραίους μαθητές, ενώ χιλιάδες Εβραϊκού λαού Τον πίστευαν και Τον ακολουθούσαν. Ήταν οι σκοπιμότητες, οι φιλοδοξίες, τα συμφέροντα και οι φόβοι των θρησκευτικών και πολιτικών ηγετών του εβραϊκού λαού που καταδίκασαν τον Ιησού σε θάνατο – και σε καμία περίπτωση ο λαός. Όπως διαβάζουμε στα Ευαγγέλια οι αρχιερείς (που την εποχή εκείνη ήταν διορισμένοι από τους Ρωμαίους, κατά τον Ιώσηπο) και το Συνέδριο των αρχόντων, σε συνεργασία με τον Ηρώδη (τον δολοφόνο του Ιωάννη του Βαπτιστή) και τον ρωμαίο διοικητή Πόντιο Πιλάτο (που αναφέρεται ως αιμοσταγής άρχοντας που είχε καταδικάσει και πολλούς άλλους Εβραίους σε θάνατο με την υποψία ότι συνωμοτούσαν κατά της Ρώμης) καταδίκασαν σε μία νύχτα, βιαστικά, παράνομα (χρησιμοποιώντας ψευδομάρτυρες), και βέβαια ερήμην του λαού, τον Ιησού σε θάνατο για υποτιθέμενη βλασφημία. Αναφέρεται στα Ευαγγέλια ότι ο Πιλάτος ρώτησε και κάποιον όχλο που είχε μαζευτεί μπροστά στο πραιτώριο, αν ήθελαν να σταυρωθεί ο Ιησούς, και αυτοί απάντησαν «το αίμα του πάνω σε εμάς και τα παιδιά μας». Είναι όμως ποτέ δυνατόν ένας όχλος μπροστά στο πραιτώριο, που στην καλύτερη περίπτωση δεν μπορεί παρά να ήταν μερικές εκατοντάδες άνθρωποι, να αποφασίζει για τη θανάτωση ενός ανθρώπου και για τη μελλοντική μοίρα όλου του λαού τους, ή μήπως ο Θεός είναι τόσο άδικος για να λάβει υπόψη Του αυτόν τον μικρό όχλο και όχι τα πλήθη που αναφέρονται στα Ευαγγέλια ότι αγαπούσαν τον Διδάσκαλο; Αυτός ο όχλος δεν ήταν αυθόρμητη λαϊκή εκπροσώπηση, παρά κάποιοι φανατισμένοι αμαθείς, και ίσως πληρωμένοι, που σε κάθε εποχή και τόπο γίνονται εύκολα όργανα της εξουσίας. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι πως ελάχιστοι Εβραίοι ήθελαν το θάνατο του Ιησού, οι πιο πολλοί ήταν είτε ουδέτεροι είτε ένθερμοι οπαδοί του. Το παράλογο στην κατηγορία της Χριστοκτονίας είναι το πώς είναι δυνατόν να ευθύνονται όλοι οι Εβραίοι έξω από την Ιερουσαλήμ και ακόμη έξω από τον Ισραήλ (στην Ελλάδα, στη Ρώμη, στην Αίγυπτο, στην Περσία, κλπ) που δε γνώριζαν καν την ύπαρξη του Ιησού, για τη θανατική καταδίκη Του; Και ακόμη πιο παράλογο και άδικο, πώς είναι δυνατόν να ευθύνονται οι Εβραίοι των επόμενων γενεών γι’ αυτό που έγινε αιώνες πριν; Με την ίδια λογική όλοι οι Αθηναίοι ευθύνονται για τη θανατική καταδίκη του δίκαιου και σοφού Σωκράτη από τους άρχοντες της Αθήνας, και όχι μόνον αυτοί, αλλά και όλοι οι Έλληνες συλλογικά, της Αθήνας, και όλων των αιώνων; Ή μήπως γι’αυτά που έκανε ο Χίτλερ κι ένα μεγάλο μέρος του Γερμανικού λαού θα πρέπει να θεωρούνται ένοχοι οι Γερμανοί όλου του κόσμου κι όλων των εποχών; Δυστυχώς, ένας τέτοιος άδικος και ανόητος παραλογισμός εφαρμόστηκε από πολλούς θρησκευόμενους, και συνεχίζει μέχρι και σήμερα, μεροληπτικά και μόνο για την περίπτωση των Εβραίων που θεωρούνται όλοι υπαίτιοι για τη σταύρωση του Χριστού.
Στη διάρκεια του Μεσαίωνα προστέθηκαν και άλλες φρικτές συκοφαντίες, όπως εκείνη του τελετουργικού φόνου, πώς δήθεν οι Εβραίοι σκότωναν παιδιά Χριστιανών για να τους πίνουν το αίμα! Μόνο μία πλήρης άγνοια των Χριστιανών για τους Εβραίους γείτονές τους, που τους είχαν απομονώσει σε γκέτο, θα μπορούσε να κάνει πιστευτή μία τέτοια τερατώδη κατηγορία: γιατί τόσο ο Μωσαϊκός Νόμος όσο και οι προφορικές παραδόσεις απαγορεύουν αυστηρά τη βρώση αίματος ζώων και έχουν αναπτύξει περίπλοκες τεχνικές για να μην υπάρχει ίχνος αίματος στην τροφή τους. Το ότι θα μπορούσαν λοιπόν άνθρωποι μεγαλωμένοι με τόση απέχθεια για το αίμα των ζώων, να πίνουν ανθρώπινο αίμα, είναι μία ιδέα που μόνον ένας νοσηρός νους που σκοτίζεται από το μίσος μπορεί να παράγει και να αποδεχτεί. Επίσης άλλες πιο γελοίες συκοφαντίες, όπως το ότι μόλυναν τις πηγές των νερών και έτσι έφεραν τον «Μαύρο Θάνατο» της πανώλης στην Ευρώπη, χωρίς αυτοί να πεθαίνουν, γιατί δήθεν χρησιμοποιούσαν μαγείες, στηρίζονταν στην βαθειά άγνοια της εβραϊκής κοινωνίας. Οι Εβραίοι δεν αρρώσταιναν όχι επειδή χρησιμοποιούσαν κάποια μαγεία αλλά γιατί ακολουθούσαν το Μωσαϊκό Νόμο που τους προστάτευε από κάθε είδους μολυσματικές ασθένειες με τις πολλαπλές διατάξεις υγιεινής για πλύσεις, βαπτισμούς, καθαρισμούς του ανθρώπινου σώματος, των ρούχων, σκευών, μη επαφής με πτώματα κλπ. Οι συκοφαντίες αυτές προετοίμαζαν πολύ καλά το έδαφος για να γίνει δεχτεί από όλο τον μεσαιωνικό κόσμο η κατ’εξοχήν συκοφαντία: η συνομωσία για κυριαρχία πάνω στη χριστιανική κοινωνία.
Η οικονομική άνθηση ορισμένων (πολύ λίγων στο σύνολο) που ασχολούνταν με τραπεζικές εργασίες, τοκογλυφία, κλπ. έδινε αφορμή να κατηγορείται το σύνολο των Εβραίων για συσσώρευση πλούτου κι εκμετάλλευση των Χριστιανών. Η απειλή της οικονομικής υποδούλωσης των Χριστιανών σε Εβραίους φάνταζε σαν μία συνομωσία όλων των Εβραίων κατά της Χριστιανοσύνης. Από σκοτισμένους φανατικούς κληρικούς και μοναχούς της μεσαιωνικής Ευρώπης και από δυσαρεστημένους ευγενείς που δανείζονταν και όφειλαν τόκους σε Εβραίους τραπεζίτες, ξεπήδησαν ξανά και ξανά οι συκοφαντίες για συνομωσία των Εβραίων κατά των Χριστιανών. Οι συκοφαντίες αυτές έδωσαν αφορμή για μαζικές σφαγές, ιδιαίτερα στη διάρκεια των Σταυροφοριών, μετά από τις οποίες ακολουθούσε βέβαια εξάλειψη των χρεών προς τους Εβραίους δανειστές και δήμευση όλων των περιουσιών τους.
Με την έλευση του 17ου και 18ου αιώνα της φιλοσοφικής αμφισβήτησης της θρησκείας, και της εξάπλωσης του Τεκτονισμού (Μασονίας) και των Μυστικών Εταιρειών, φούντωσαν για τα καλά οι θεωρίες συνομωσίας, με τους Εβραίους να παίζουν πάλι πρωταγωνιστικό ρόλο ότι αυτοί ενσπείρουν τις αθεϊστικές φιλοσοφίες για να γκρεμίσουν τη χριστιανική πίστη και ότι έχουν δημιουργήσει τη Μασωνία για να αλώσουν τη χριστιανική κοινωνία. Η αλήθεια είναι όμως ότι και οι Εβραϊκές κοινότητες υπέφεραν εξίσου πολλές απώλειες από τις αθεϊστικές φιλοσοφίες που στρέφονταν εναντίον της θρησκείας γενικά (Χριστιανισμού και Ιουδαϊσμού, Καινής και Παλαιάς Διαθήκης). Και όσο για τις τεκτονικές στοές, αυτές περιλάμβαναν κάποιους Εβραίους, αλλά πολύ περισσότερους Χριστιανούς (και σε πολλές περιπτώσεις κληρικούς), και είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι δεν είχαν δημιουργηθεί από Εβραίους, αλλά από Χριστιανούς αποκρυφιστές, φιλόσοφους, αλχημιστές, κλπ. της περιόδου της Αναγέννησης, που συνδύαζαν στοιχεία από ελληνική φιλοσοφία (νεο-πλατωνική, νεο-πυθαγόρεια), μεσαιωνική παγανιστική μαγεία, Καθολικό Χριστιανισμό και εβραϊκό μυστικισμό (αργότερα, τον 19ο αιώνα πρόσθεσαν στοιχεία από τα αιγυπτιακά και άλλα μυστήρια). Τα εβραϊκά μυστικιστικά στοιχεία όμως βάρυναν στις κατηγορίες ότι οι Μασώνοι είναι εβραϊκό δημιούργημα, παραβλέποντας τον ελληνικό χαρακτήρα της φιλοσοφίας τους και τα χριστιανικά στοιχεία τους (ιδιαίτερα από τους Καθολικούς Ναϊτες). Διάφοροι Καθολικοί συγγραφείς κυκλοφορούσαν κείμενα περί εβραιο-μασωνικής συνομωσίας θέλοντας να χτυπήσουν ταυτόχρονα και τους μισητούς «φονείς του Χριστού» και τους φιλοσόφους που παρέσυραν στην απιστία το ποίμνιό τους. Τον 19ο αιώνα, με την έλευση των επαναστατικών κοινωνικών θεωριών του σοσιαλισμού, αναρχισμού κλπ, ορισμένες τεκτονικές στοές προσέλαβαν και τον επαναστατικό χαρακτήρα, και έτσι μπορούσαν να γίνουν πιο εύκολα πιστευτές οι κατηγορίες ότι οι Εβραίοι μέσω των Μασώνων οργανώνουν παγκόσμια επανάσταση. Φυσικά όποιος διαβάσει λίγο την ιστορία της εποχής εκείνης, πολύ εύκολα θα καταλάβει πως οι επαναστατικές θεωρίες (π.χ. ο Μαρξισμός) είχαν σοβαρούς λόγους (οικονομικούς και κοινωνικούς) να αναπτυχθούν, όπως η βιομηχανική επανάσταση και η δημιουργία εργατικής τάξης, οι άθλιες συνθήκες ζωής και η εκμετάλλευση, και είναι αστείο να υποστηρίζεται ότι αυτές οι θεωρίες αποτελούσαν προϊόν εβραϊκής συνομωσίας. Όσο για τον Καρλ Μαρξ μπορεί να ήταν εβραϊκής καταγωγής αλλά οι γονείς του ήταν βαπτισμένοι Χριστιανοί, όπως και ο ίδιος, μη έχοντας καμία σχέση με τη Συναγωγή ή τον Εβραϊσμό, και μάλιστα στα κείμενά του αναφέρεται περιφρονητικά γι’ αυτούς.
Η τελευταία αυτή εξέλιξη του μύθου της εβραϊκής συνομωσίας, το ότι ο Κομμουνισμός αποτελούσε εβραϊκό προϊόν, πήρε ιδιαίτερη βαρύτητα στην τσαρική Ρωσία των αρχών του 20ού αιώνα. Εκεί η μεγάλη φτώχεια και η καταπίεση είχε δημιουργήσει δυσβάσταχτες συνθήκες ζωής, και το έδαφος ήταν πρόσφορο για κομμουνιστικές θεωρίες. Ιδιαίτερα ο Ρωσο-Ιαπωνικός και ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος έφεραν το ρωσικό λαό σε απόγνωση και την επανάσταση των Μπολσεβίκων στην εξουσία. Στο κίνημα αυτό συμμετείχαν και κάποιοι εβραίοι διανοούμενοι (όπως ο Τρότσκυ), λόγω του ότι η πλειοψηφία των Εβραίων στη Ρωσία ζούσαν σε μεγάλη φτώχεια αφενός, και σε μεγάλους διωγμούς αφετέρου (τα περιβόητα «πογκρόμ» που είχαν αρχίσει από τους τσάρους από το 1800). Υπήρχε πολύ έντονος αντισημιτισμός στη Ρωσία που υποδαυλιζόταν από τη ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και τους τσάρους, τους πρίγκηπες και τους πλούσιους, που έβλεπαν, καθένας για τους λόγους του, τους Εβραίους ως απειλή και τους χρησιμοποήσαν ως «αποδιοπομπαίο τράγο» για τα δεινά του ρωσικού λαού. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα συντέθηκε και το πλαστογράφημα «Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» που τυπώθηκε και διαδόθηκε από την Οχράνα, τη μυστική αστυνομία του τσάρου. Από τα ρωσικά μεταφράστηκε σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, μοιράστηκε κατά κόρον από τους ναζί, και δημιούργησε το υπόβαθρο στην Ευρώπη για το ναζιστικό Ολοκαύτωμα που θα εξαφάνιζε μια για πάντα το λαό των υποτιθέμενων συνομωτών κατά του ανθρώπινου γένους. Όταν οι ναζί έπνιγαν στα αέρια γέρους και παιδιά ή έκαιγαν στους φούρνους τους Εβραίους, πίστευαν ότι εκτελούσαν υψηλή αποστολή καθαρίζοντας την ανθρωπότητα από το πιο συνομωτικό και υποχθόνιο γένος. Τα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» στέκουν μοναδικά και απαράμιλλα στην παγκόσμια συνομωσιολογική βιβλιογραφία: είναι το αρχέτυπο της καχυποψίας, του ψεύδους και του φυλετικού και θρησκευτικού μίσους. Δυστυχώς τέτοια και παρόμοια συκοφαντικά βιβλία συνεχίζουν να τυπώνονται και να διαδίδονται, και μάλιστα σε φανατικούς λαούς, όπως τους Ισλαμιστές του αραβικού κόσμου, ετοιμάζοντας ξανά νέους ναζί εκτελεστές που θεωρούν ότι αντιμάχονται τη μεγαλύτερη συνομωσία κατά της ανθρωπότητας.
Από το 1948 και μετά, με την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, η συνομωσιολογία έχει μία νέα ορολογία, μιλώντας για τη συνομωσία του «Σιωνισμού». Αυτή η θεωρία συνομωσίας ταυτίζει το Σιωνισμό, που από το 1897 είναι ένα επίσημο και φανερό πολιτικό κίνημα με διακηρυγμένο σκοπό την ίδρυση κράτους του Ισραήλ στην παραδοσιακή γη του Ισραήλ (μία μικρή λωρίδα γης) με μια δήθεν συνομωσία για παγκόσμια κυριαρχία. Το κίνημα του Σιωνισμού ιδρύθηκε περί τα τέλη του 19ου αιώνα από τον Εβραιο-Αυστριακό δημοσιογράφο Θεόδωρο Χερτζλ, με σκοπό να ιδρυθεί ένα εβραϊκό κράτος στην τότε αγγλική Παλαιστίνη, που θα αποτελούσε καταφύγιο για τους διωκόμενους ανηλεώς Εβραίους της Ρωσίας και Ανατολικής Ευρώπης. Η Αγγλία και ο ΟΗΕ, μετά το Ολοκαύτωμα των 6.000.000 Εβραίων, αποφάσισαν να δώσουν αυτή τη μικρή λωρίδα γης στους πρόσφυγες των ναζιστικών διωγμών. Ήταν αυτοί που αποτέλεσαν το νεοσύστατο κράτος, και όχι κάποιοι πλούσιοι Εβραίοι που προτίμησαν να μείνουν στην άνεση και ασφάλεια της Αμερικής. Με δύο λόγια, το πολιτικό κίνημα του Σιωνισμού είναι ένα καθαρά πατριωτικό κίνημα που έχει να κάνει μόνο με την ίδρυση και υποστήριξη του Ισραήλ, ως εθνικής πατρίδας των Εβραίων, και κάθε άλλη κατηγορία για βλέψεις παγκόσμιας κυριαρχίας είναι όχι μόνο ψευδής και αναπόδεικτη, αλλά και κακόβουλη. Υπάρχει εβραϊκό λόμπυ στις ΗΠΑ, πλούσιων εβραίων επιχειρηματιών και πολιτικών, αλλά αυτό είναι μία φανερή (όχι μυστική) ομάδα που πιέζει για τα συμφέροντα του κράτους του Ισραήλ, και όχι για κάποια δήθεν παγκόσμια κυριαρχία – όπως υπάρχει και ελληνικό λόμπυ που πιέζει για τα συμφέροντα της Ελλάδας, αραβικό λόμπυ που πιέζει τις κυβερνήσεις της Δύσης για τα αραβικά συμφέροντα κ.ο.κ. Ποιος μπορεί να κατηγορήσει όμως τους Ελληνες εφοπλιστές ή τους Άραβες πετρελαιοπαραγωγούς ή τους Γερμανούς μεγαλοβιομήχανους ότι με τα λόμπυ τους συνομωτούν για παγκόσμια κυριαρχία; Όλοι καταλαβαίνουν ότι αγωνίζονται φυσιολογικά για τα συμφέροντα των κρατών τους και των διεσπαρμένων συμπατριωτών τους. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με τα εβραϊκά λόμπυ σε Δυτικές χώρες, και μάλιστα λόγω του έντονου αντισημιτισμού που υποφέρουν, υπάρχει ένας λόγος παραπάνω να αγωνίζονται για τα συμφέροντα του λαού τους. Βέβαια, δε δικαιολογούμε κάθε τέτοια κίνηση όπως ούτε και κάθε πολιτική του κράτους του Ισραήλ (όπως και οποιουδήποτε κράτους) – όλες οι πολιτικές πρέπει να κρίνονται με βάση την αντικειμενική πληροφόρηση και τη δικαιοσύνη – αλλά αυτό δε σημαίνει ότι υπάρχει κανένα ίχνος συνομωσίας στα εβραϊκά λόμπυ ή στο κράτος του Ισραήλ. Μπορεί οι πολιτικές του επιλογές απέναντι στους Παλαιστίνιους να είναι μερικές φορές κατακριτέες, αλλά όλα αυτά είναι φανερές και διακηρυγμένες ισραηλινές πολιτικές και όχι μυστικές συνομωσίες, πολύ δε περισσότερο το συμφέρον σε κάποια γεωπολιτική περιοχή δε συνεπάγεται καμία βλέψη για παγκόσμια κυριαρχία. Οι συκοφαντίες όμως από τα ΜΜΕ, και το ότι δεν υπάρχει σαφής πληροφόρηση για το τι είναι το κίνημα του Σιωνισμού συνεχίζουν να κατασκευάζουν στα μυαλά των αμαθών ανθρώπων αυτό που οι νεο-ναζιστικές και οι σκοταδιστικές ισλαμιστικές ομάδες ξεδιάντροπα διακηρύττουν: πως ο Σιωνισμός δεν είναι ένα πατριωτικό κίνημα αλλά μία παγκόσμια συνομωσία. Και το αντισημιτικό μίσος βέβαια περνάει στον μέσο άνθρωπο ως «αντι-Σιωνισμός».
Μέσα από αυτήν την πολύ σύντομη ιστορική αναδρομή βλέπουμε πως η προκατάληψη για το διαφορετικό και η αλαζονεία για τη δική μας εθνότητα, θρησκεία, πολιτισμό, γεννάει το μίσος, και αυτό με τη σειρά του επινοεί ψεύδη για να παρασύρει τη κοινή γνώμη με το μέρος του. Τα ψεύδη πλέκουν ολόκληρες φανταστικές θεωρίες συνομωσίας, αναπόδεικτες και κακόβουλες, αλλά το αποτέλεσμά τους δυστυχώς δεν παραμένει στο επίπεδο της θεωρίας: όταν ο πολύς κόσμος ακούει ότι κάποια ομάδα συνομωτεί για παγκόσμια κυριαρχία, δεν έχει τη κρίση να ερευνήσει και να επαληθεύσει την κατηγορία, αλλά το μόνο που αυθόρμητα κάνει είναι να αντιδράει λεκτικά και επιθετικά ενάντια στη θεωρούμενη συνομωτική ομάδα, που σε μερικές περιπτώσεις φτάνει η αντίδραση αυτή μέχρι και το διωγμό και το φόνο. Η περίπτωση των Εβραίων δεν είναι η μοναδική, αλλά είναι η χειρότερη από άποψη μίσους και ψεύδους, και η τραγικότερη από αριθμό θυμάτων μέσα στην Ιστορία, γι’ αυτό και είναι βαρειά και άμεση η ευθύνη μας για τερματισμό των συκοφαντιών συνομωσίας εκ μέρους τους.
Είναι χρέος όμως όλων των αληθινών Χριστιανών, αλλά και όλων των ειλικρινών ανθρώπων που αγαπούν την Αλήθεια και τη Δικαιοσύνη, αφού πρώτα ερευνήσουν αντικειμενικά την ιστορία και τη σύγχρονη πραγματικότητα, να σταματήσουν κάθε συκοφαντία συνομωσίας που το μόνο που κάνει τελικά είναι όχι να μας προστατεύει από τους φανταστικούς εχθρούς, αλλά να γεννάει ρατσιστικό μίσος (φυλετικό ή θρησκευτικό) και να φέρνει τον θάνατο.


Μιχαήλ Αλεξάνδρου
Βιβλιογραφία:
- Η Αγωνία των Εβραίων, Εντουαρντ Φάννερυ
- Το Αίμα Τους Είναι Πάνω Στα Χέρια μας, Μάικλ Μπράουν
- Ο Άλλος Εν Διωγμώ, Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου
- Warrant for Genocide: Jewish Conspiracy Theories and The Protocols of the Elders of Zion, Norman Cohn
- The Lie That Wouldn’t Die, Hadassa ben Itto

14/5/09

Οι Αντβεντιστές

Τα δόγματα των Αντβεντιστών, που λέγονται και της «Εβδόμης Ημέρας», διαφέρουν σε ορισμένα σημεία από τα δόγματα των Διαμαρτυρόμενων Χριστιανών. Το δόγμα όμως που τους διακρίνει περισσότερο είναι ότι πιστεύουν ότι οι αληθινοί πιστοί είναι υποχρεωμένοι να τηρούν το Σάββατο, ως μέρα ανάπαυσης, ενώ οι Διαμαρτυρόμενοι δεν τηρούν καμιά μέρα ως ημέρα ανάπαυσης, ακόμα και την Κυριακή, που θεωρείται ως ημέρα δραστηριότητας. Αυτό το δόγμα, αντί να είναι μικρή διαφορά μεταξύ Διαμαρτυρόμενων και Αντβεντιστών, αποτελεί ένα μεγάλο χάσμα που δεν πρόκειται να γεφυρωθεί. Γιατί; Απλά επειδή αυτοί πιστεύουν ότι η Βίβλος προφητεύει την αποκατάσταση της Παπικής εξουσίας στους έσχατους καιρούς με νομική εφαρμογή του σημείου της εξουσίας της, που πιστεύω ότι δεν θα είναι άλλο παρά το χαραγμένο σημάδι του θηρίου (δηλαδή του Αντίχριστου), που θα επιβληθεί ως αποτέλεσμα της τελευταίας θρησκευτικής κρίσης που επηρεάζει όλη την ανθρωπότητα. Με άλλα λόγια οι Αντβεντιστές ταυτίζουν το σημάδι του Αντίχριστου με την τήρηση της Κυριακής, αντί του Σαββάτου. Γι’ αυτό η τήρηση του Σαββάτου είναι τόσο σπουδαία γι' αυτούς και τους χωρίζει οριστικά από κάθε Χριστιανό που δεν τηρεί το Σάββατο. Οι Αντβεντιστές πιστεύουν ότι η αποκατάσταση του Σαββάτου υποδεικνύεται από την προφητεία της Αποκάλυψης 14:9-12. Πιστεύοντας αυτό θεωρούν την τήρηση του Σαββάτου ως απόδειξη της αφοσίωσής τους στο Χριστό ως Δημιουργό και Λυτρωτή. Πιστεύουν ότι με το να τηρούν το Σάββατο, δείχνουν την αφοσίωσή τους και προς τις υπόλοιπες 9 εντολές. Κατά τη γνώμη τους το χαραγμένο σημάδι του Αντίχριστου είναι η τήρηση της Κυριακής ημέρας, αντί της έβδομης. Πιστεύουν ότι κατά τους έσχατους καιρούς ένας νόμος θα τους επιβάλλει την Κυριακή ημέρα. Κατ’ αυτούς η τήρηση της Κυριακής είναι το κύριο σημείο της αποστάτισσας Εκκλησίας. Οι Αντβεντιστές, που θα αποτελούν τους αληθινούς πιστούς κατά την εποχή εκείνη, δε θα υπακούουν στο νόμο αυτό, και έτσι θα διωχθούν και θα καταδικαστούν σε θάνατο. Πιστεύουν πολλοί ότι το χαραγμένο σημάδι είναι η τήρηση της Κυριακής, επειδή πιστεύουν ότι ο Πάπας άλλαξε την ημέρα από την έβδομη στην πρώτη. Άρα η τήρηση της Κυριακής είναι προϊόν της μελλοντικής αποστάτισσας Εκκλησίας.
Δυστυχώς όμως αναγκάζονται να θεωρούν όλους τους άλλους Χριστιανούς, που δεν ανήκουν στην Παπική Εκκλησία, εξίσου αποστάτες. Η κυρία White, που είναι μια από τους θεμελιωτές των Αντβεντιστών, λέει σχετικά: «Κανείς δεν έχει λάβει το χαραγμένο σημάδι του Αντίχριστου ακόμα. Η ώρα της δοκιμασίας δεν έχει έρθει ακόμα. Υπάρχουν αληθινοί Χριστιανοί σε όλες τις αποχρώσεις. Κανείς δεν καταδικάζεται μέχρι να φωτιστεί κατανοώντας την υποχρέωση της 4ης εντολής όταν όμως βγει η διαταγή επιβάλλοντας την πρώτη ημέρα και η κραυγή του 3ου αγγέλου που προειδοποιεί τους ανθρώπους περί προσκύνησης του θηρίου και της εικόνας του, τότε η γραμμή θα είναι χαραγμένη καθαρά μεταξύ του ψεύδους και της αλήθειας. Τότε όλοι εκείνοι που συνεχίζουν την παράβαση θα λάβουν το χαραγμένο σημάδι του θηρίου».
Μας λένε οι Αντβεντιστές ορθά, ότι υπάρχουν τρεις τύποι νόμων: Πρώτον, είναι ο ηθικός νόμος των 10 εντολών, που γράφτηκε από το Θεό σε δυο λίθινες πλάκες (Έξ.31:18). Δεύτερον, έρχονται οι τελετουργικοί νόμοι των θυσιών και προσφορών, των λειτουργιών του Ναού. Τρίτον, υπάρχουν οι πολιτικοί νόμοι του Ιουδαϊκού έθνους.
Στη συνέχεια μας λένε ότι οι τελετουργικοί νόμοι προσηλώθηκαν στο σταυρό. Δηλαδή «τον νόμο των εντολών που είναι στα διατάγματα» (Εφεσ.2:15), «το χειρόγραφο με τα διατάγματα που ήταν εναντίον σας» (Κολ.2:14). Καταργήθηκαν οι θυσίες, οι προσφορές των αλφίτων, οι σπονδές, οι ημέρες των εορτών, οι νεομηνίες και τη ετήσια Σάββατα, τα οποία είναι σκιά των μελλόντων, το σώμα όμως είναι του Χριστού (Κολ.2:17). Οι τυπικές ιεροτελεστίες, καθώς και οι ετήσιες γιορτές (όχι εβδομαδιαίο Σάββατο), που απεικονίζουν το Χριστό και το θάνατό του πάνω στο σταυρό. Όταν ο Χριστός εξέπνευσε πάνω στο σταυρό, το καταπέτασμα του ιουδαϊκού Ναού στην Ιερουσαλήμ σχίστηκε από πάνω έως κάτω (Ματθ.27:51).
Τούτο σήμαινε το τέλος του τελετουργικού συστήματος και των νόμων που το καθόριζαν. Οι Αντβεντιστές πιστεύουν ότι παρόλο που καταργήθηκε το τελετουργικό μέρος του νόμου, ο ηθικός νόμος που περιέχεται στις 10 εντολές ισχύει για τον πιστό σήμερα στην οικονομία της χάρης. Πολλοί Διαμαρτυρόμενοι συμφωνούν κατά κάποιο τρόπο μαζί τους και υποστηρίζουν ότι ο Θεός απεκάλυψε το θέλημά Του δια του ηθικού νόμου στη συνείδηση του ανθρώπου γενικά και λεπτομερώς στις 10 εντολές και προσθέτουν: «και γι’ αυτό έχουμε απόλυτη υποχρέωση να φυλάμε όλες τις εντολές Του».
Το πρόβλημα με την αντίληψη αυτή είναι ότι ο νόμος είναι μια ενότητα. Ο απόστολος Ιάκωβος ανήγγειλε ότι θα κριθούμε δια του νόμου και ότι «όποιος φταίξει σ’ ένα, έγινε ένοχος σε όλα» (2:10,12).
Άρα αυτοί οι Διαμαρτυρόμενοι που υποστηρίζουν μαζί με τους Αντβεντιστές ότι ο ηθικός νόμος βρίσκεται στις 10 εντολές, γιατί δεν τηρούν και το Σάββατο; Δεν υπάρχει νέα εντολή να τηρούμε την Κυριακή. Δηλαδή, αυτός που διαλέγει το νόμο, για να είναι συνεπής, πρέπει να τηρεί όλο το νόμο. Κι αν γίνει παραβάτης σε ένα σημείο, γίνεται παραβάτης όλου του νόμου (Ρωμ.10:5, Ιάκ.2:10, Ρωμ.2:24-25). Βέβαια ο Ιωάννης αναφέρεται στο νόμο στην επιστολή του (Α' Ιωάν.3:4).
Με βάση το γεγονός ότι υπακούουν στην 4η εντολή οι Αντβεντιστές, καθώς και στα Σάββατα, υποστηρίζουν ότι είναι η μόνη απόχρωση που τηρεί τις εντολές του Θεού. Το τραγικό αποτέλεσμα αυτής της υποστήριξης είναι ότι προάγει ένα σχίσμα στο σώμα του Χριστού το οποίο θα μένει μέχρι τη Β' Έλευση του Χριστού.
Οι Αντβεντιστές κάνουν διάκριση μεταξύ του ηθικού νόμου που βρίσκεται στο δεκάλογο και του τελετουργικού νόμου. Επιμένουν ότι ο δεκάλογος ειπώθηκε από το Θεό και γράφτηκε στις πέτρινες πλάκες σε αντίθεση με τον τελετουργικό νόμο που τον έγραψε ο Μωυσής. Επιμένουν ότι ο Χριστιανός είναι υποχρεωμένος να τηρεί όλο τον ηθικό νόμο (Ιάκ.2:10), και ότι θα κριθούμε από το νόμο αυτό (Ιάκ.2:12). Λένε ότι ο δεκάλογος ισχύει ακόμα και δεν παραμερίστηκε, επειδή είναι χωριστός από τον τελετουργικό νόμο. Κατά τους Αντβεντιστές, ο Χριστιανός δε δεσμεύεται από τον τελετουργικό νόμο, διότι εκπληρώθηκε από το Χριστό. Αλλά ο δεκάλογος που περιέχει τον ηθικό νόμο, ισχύει και σήμερα.
Ενώ συμφωνούμε με τους Αντβεντιστές ότι ο νόμος διαιρείται σε τμήματα, δε σημαίνει αυτό ότι ο νόμος δεν αποτελεί μια ενότητα. Παρόλο που υπάρχει τόσο το τελετουργικό μέρος όσο και το ηθικό μέρος του νόμου, αυτό δε σημαίνει ότι υπάρχουν δυο νόμοι. Η Βίβλος διδάσκει ότι ο νόμος (ένας) δόθηκε δια του Μωυσή (Ιωάν.1:17). Ο νόμος είναι ένας, όχι δύο.
Οι Αντβεντιστές λένε ότι ο τελετουργικός νόμος εκπληρώθηκε από το Χριστό πάνω στο σταυρό. Φαίνεται όμως ότι είναι τυφλοί ως προς το γεγονός ότι ο ηθικός νόμος εκπληρώθηκε από το Χριστό με τη ζωή Του (Ρωμ.5:10). Ο νόμος έχει εκπληρωθεί τελείως από το Χριστό και όσοι βρίσκονται εν Χριστώ είναι πλήρεις εν αυτώ και τέλειοι ως προς τη θέση τους εν Χριστώ. Οι πιστοί εν Χριστώ μοιράζονται μαζί με το Χριστό την εκπλήρωση του νόμου. Γι’ αυτό ο Ιωάννης λέει: «Εκείνος που ακούει το λόγο μου και πιστεύει σ’ αυτόν που με απέστειλε, έχει ζωή αιώνια και σε κρίση δεν έρχεται, αλλά έχει ήδη μεταβεί από το θάνατο στη ζωή» (5:24). Επίσης ο Παύλος λέει: «Δεν υπάρχει λοιπόν τώρα καμιά καταδίκη για εκείνους που είναι εν Χριστώ Ιησού» (Ρωμ.8:1).
Ο Χριστός εκπλήρωσε όλο το νόμο, τόσο με τη ζωή Του, όσο και με το θάνατό Του: «Μη νομίσετε ότι ήρθα για να καταργήσω το νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα να καταργήσω, αλλά να εκπληρώσω» (Ματθ.5:17). Άρα όσοι βρίσκονται εν Χριστώ έχουν εκπληρώσει το νόμο από αντικειμενική άποψη και η απαίτηση του νόμου εκπληρώνεται σε μας δια του Πνεύματος από υποκειμενική άποψη (Ιάκ.10, 12).
Ενώ είναι σαφές ότι η αρχή του νόμου, δηλαδή η δικαιοσύνη του Θεού, δεν παρήλθε, ούτε είναι δυνατόν να παρέλθει, εφόσον υπάρχει Θεός, πρέπει να κάνουμε διάκριση μεταξύ της αιώνιας δικαιοσύνης του Θεού και της Μωσαϊκής διαθήκης που ήταν μια προσωρινή διαθήκη, μια που επρόκειτο να έρθει ο Μεσσίας. Όλες οι 10 εντολές εκτός από την εντολή περί Σαββάτου, μεταφέρονται στην οικονομία της χάριτος με άλλη μορφή, διότι περιέχουν τη δικαιοσύνη του Θεού. Ο Παύλος όμως επιμένει ότι δεν είμαστε υπό νόμο: «Δεν είστε κάτω από το νόμο, αλλά κάτω από τη χάρη του Θεού» (Ρωμ.6:14). Εμείς ζούμε στην οικονομία της χάριτος και δεν έχουμε καμιά σχέση με τη Μωσαϊκή διαθήκη. Διότι η Μωσαϊκή διαθήκη εκπληρώθηκε από το Χριστό στο σταυρό κι έτσι παύει να ισχύει για μας. Εκείνοι που παραβλέπουν το γεγονός αυτό, εφαρμόζουν τη Μωσαϊκή διαθήκη που είχε να κάνει με προσωρινές ευλογίες στη γη της επαγγελίας, με βάση την υπακοή του έθνους στην αιώνια σωτηρία του Χριστού στην οικονομία της χάριτος.
Έτσι οι Αντβεντιστές, καθώς επίσης και ορισμένες Διαμαρτυρόμενες αποχρώσεις, πιστεύουν ότι η τελική τους σωτηρία εξαρτάται από το πόσο υπακούνε στις εντολές του Θεού. Οι Αντβεντιστές δεν πιστεύουν ότι κερδίζουν τη σωτηρία τους με το να τηρούν τις 10 εντολές, αλλά πιστεύουν ότι η υπακοή τους προς το νόμο είναι απαραίτητη για να διατηρούν το δώρο της σωτηρίας. Δεν έχουν καταλάβει την όμορφη αλήθεια ότι η δικαιοσύνη του Χριστού, δηλαδή η δικαιοσύνη που προέρχεται από την τέλεια υποταγή του Χριστού στο Μωσαϊκό νόμο περιλαμβάνοντας και τις 10 εντολές, έχει καταλογιστεί στο δικό μας λογαριασμό, λόγω της θέσης μας εν Αυτώ (Ρωμ.4:4-8, 5:17). Με άλλα λόγια δεν κάνουν καμιά διάκριση μεταξύ της τέλειας θέσης μας εν Χριστώ και της καθημερινής χριστιανικής μας ζωής που δυστυχώς δεν είναι τέλεια ακόμα.
Έτσι δεν πρόκειται να περάσουμε από κρίση, όχι γιατί εμείς έχουμε υποταχθεί τελείως στο θέλημα του Θεού, αλλά γιατί ο Χριστός υποτάχθηκε τελείως στο Νόμο, κι εμείς βρισκόμαστε εν Αυτώ: «Δεν υπάρχει λοιπόν τώρα καμία καταδίκη για εκείνους που είναι εν Χριστώ» (Ρωμ.8:1). Ο Παύλος στην επιστολή προς Γαλάτες λέει: «Ο Νόμος έγινε παιδαγωγός μας στο Χριστό, για να ανακηρυχθούμε δίκαιοι δια της πίστης. Τώρα, όμως, που ήρθε η πίστη, δεν είμαστε πλέον κάτω από παιδαγωγό» (3:24-25). Ο ρόλος του παιδαγωγού έχει παύσει και τώρα ο πιστός εν Χριστώ είναι νεκρός ως προς το νόμο (Γαλ.2:19).
Επίσης πρέπει να παρατηρήσουμε το γεγονός ότι η λέξη παιδαγωγός είναι στον ενικό. Δεν υπάρχουν περισσότεροι παιδαγωγοί. Άρα, δεν υπάρχουν δύο νόμοι, αλλά ένας νόμος. Ο Παύλος διδάσκει ότι ο νόμος είναι ένας και ότι εκπληρώθηκε τελείως πάνω στο σταυρό. Δια της ζωής Του ο Κύριος εκπλήρωσε όλα τα ηθικά στοιχεία του νόμου και με το θάνατό Του εκπλήρωσε τα τελετουργικά στοιχεία. Αν ο Χριστός εκπλήρωνε μόνο τον τελετουργικό νόμο, καθώς υποστηρίζουν οι Αντβεντιστές, πρέπει οι Χριστιανοί να εκπληρώσουν το ηθικό μέρος για να σωθούν. Αλλά ο Παύλος λέει ρητά στην επιστολή προς Ρωμαίους: «Το τέλος του νόμου είναι ο Χριστός προς δικαιοσύνη σε κάθε ένας που πιστεύει» (10:4). Τώρα ο πιστός στην οικονομία της χάριτος, έχει εκπληρώσει το νόμο εν Χριστώ από αντικειμενική άποψη και από υποκειμενική, είναι κάτω από μια ανώτερη αρχή, την αρχή του Πνεύματος, όπως γράφει ο Παύλος στην προς Ρωμαίου;: «Διότι εν Χριστώ ο νόμος του Πνεύματος, που δίνει ζωή, με ελευθέρωσε από το νόμο της αμαρτίας και του θανάτου» (8:2). Το να αγαπιόμαστε με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος είναι το ίδιο με το να τηρούμε όλες τις εντολές, όπως λέει στην προς Ρωμαίους (13:8-10). Επίσης ο απόστολος Ιωάννης λέει: «Και, τώρα, σε παρακαλώ κυρία, όχι σαν να σου γράφω κάποια καινούργια εντολή, αλλά εκείνη που είχαμε από την αρχή, να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Και τούτη είναι η αγάπη, να περπατάμε σύμφωνα με τις εντολές του. Τούτη είναι η εντολή, όπως ακούσατε από την αρχή, ώστε να περπατάτε σ’ αυτή» (Β' Ιωάν.5-6). Άρα τι εννοεί ο Ιωάννης όταν μιλάει για εντολή ή εντολές; Εννοεί εκείνα που είχαν ακούσει από την αρχή, δηλαδή να αγαπάμε ο ένας τον άλλον (Λουκ.10:25-58).
Ο σαρκικός πιστός είναι εκείνος που δεν αγαπά όπως θα έπρεπε και ως αποτέλεσμα υπάρχει ζηλοτυπία στην καρδιά του, αντί για αγάπη, που εκδηλώνεται ως φιλονικία και διαιρέσεις. Οι Αντβεντιστές, όπως έχουμε πει προηγουμένως με βάση ορισμένα χωρία, πιστεύουν ότι είναι οι αληθινοί πιστοί, επειδή εκπληρώνουν τις εντολές του Θεού (Α' Ιωάν.2:3-4, Γ' Ιωάν.22-24). Άρα πώς απαντάμε στους Αντβεντιστές σχετικά με τις εντολές των εδαφίων αυτών; Εξετάζοντας το ερώτημα αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ ο Ιησούς ασχολείτο με τους Ιουδαίους, υπό νόμο, δεν έδωσε εντολές δικές Του σχετικά με την καθοδήγηση της ζωής τους. Ο Χριστός αναγνώριζε μόνο το Μωσαϊκό νόμο και το νόμο της επί του όρους ομιλίας, στον οποίο περιέχεται ο νόμος της μελλοντικής βασιλείας του Χριστού. Όσον αφορά όμως τα ζητήματα που σχετίζονται με την εν ζωή σχέση με το Θεό, ρώτησε ο Χριστός: «Τι διαβάζεις στο νόμο;» Αλλά όταν άρχισε να διδάσκει εκείνους που ήταν σωσμένοι με τη χάρη του Θεού δια του σταυρού, άρχισε να αναγγέλλει εκείνα που χαρακτήριζε ως «δικές του εντολές». Η έκφραση αυτή δε βρίσκεται πουθενά στα ευαγγέλια, μέχρις ότου φτάσουμε στο σημείο που η Βίβλος γράφει για το αποχαιρετιστήριο μήνυμά Του, τη νύχτα πριν τη σταύρωσή Του (Ιωάν.13:-17:). Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι είναι φανερό το γεγονός ότι το μήνυμα αυτό από το ανώγειο απευθύνθηκε, όχι στους Ιουδαίους ως έθνος πια, αλλά σ’ εκείνους που ήταν καθαροί δια του λόγου Του. Στα χωρία αυτά ο σταυρός του Χριστού είναι κατά κάποιο τρόπο τελεσμένο γεγονός (Ιωάν.16:11, 12:31). Τα χωρία αυτά χρονολογούνται πέρα από το σταυρό με τα λόγια του Χριστού: «Και τώρα σας το είπα πριν γίνει, για πιστέψετε όταν γίνει» (Ιωάν.14:29). Η μόνη φορά που αναφέρεται ο Χριστός στο νόμο, στο μήνυμα στο ανώγειο, δηλώνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να τοποθετεί τους Ιουδαίους στους οποίους μίλησε, έξω από την εξουσία Του. Λέει ο Χριστός: «Αλλά έπρεπε να εκπληρωθεί ο λόγος που είναι γραμμένος στο νόμο τους» (όχι στο νόμο σας) (Ιωάν.15:25).
Αυτό το μήνυμα αποτελεί τη γένεση της Κ. Διαθήκης, διότι σ’ αυτό αναγγέλλεται η διδασκαλία της χάριτος. Η έκφραση αυτή «οι εντολές μου» δεν αναφέρεται μέχρι το μήνυμα αυτό της χάριτος, διότι η έκφραση αυτή αναφέρεται στη χάρη και όχι στο νόμο.
Άλλη απόδειξη του γεγονότος ότι «οι εντολές μου» αναφέρεται στη διδασκαλία της χάριτος, φανερώνεται όταν εξετάζονται χωρία που υποδεικνύουν το χαρακτήρα των εντολών αυτών. Μερικά από τα χωρία αυτά είναι τα ακόλουθα: Ιωάν.13:34, 15:12, Α' Κορ.14:37, Γαλ.6:2, Α' Θεσ.4:2, Α' Ιωάν.3:23, 4:21, 5:3, Β' Ιωάν.4:5.
Άρα οι εντολές του Χριστού δεν αποτελούν το Μωσαϊκό νόμο ή οποιοδήποτε μέρος του νόμου αυτού, αλλά μάλλον το «νόμο της αγάπης», κάτι που διαφέρει από το Μωσαϊκό νόμο, επειδή ο Μωσαϊκός νόμος απαιτεί οφθαλμό αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος. Ο Μωσαϊκός νόμος έφερε τον άνθρωπο κάτω από σκλαβιά, διότι δεν μπορούσε να εκπληρώσει τις απαιτήσεις του, ενώ ο νόμος της οικονομίας της χάριτος, λέγεται νόμος της ελευθερίας (Ματθ.11:30, Πράξ.15:10, Γαλ.5:1, Ιάκ.2:13). Άρα οι εντολές του Χριστού σχετίζονται με την οικονομία της χάριτος κι όχι με το Μωσαϊκό νόμο. Οι Ιουδαίοι στην πρώτη εκκλησία, αργά εγκατέλειψαν το νόμο, ώστε στην εκκλησία υπήρχε για ένα χρονικό διάστημα ένα στάνταρτ νόμου για τους Ιουδαίους και άλλο στάνταρτ καθαρής χάριτος για τους εθνικούς. Το γεγονός του διπλού στάνταρτ αποκαλύπτεται σε σχέση με την πρώτη συνέλευση στην Εκκλησία της Ιερουσαλήμ (Πράξ.15:19-21, 21:18-26). Η αλλαγή από το νόμο στη χάρη, ήταν κάτι το επαναστατικό και δεν επιτεύχθηκε χωρίς μάχες. Ο απόστολος Παύλος προτρέπει τους πιστούς να ακολουθούν αυτόν τον ίδιο (Α' Κορ.4:6, 11:1, Φιλ.3:17, Α' Θεσ.1:6, Β' Θεσ.3:7-9). Η παράκληση αυτή δικαιολογείται με βάση το γεγονός ότι το δόγμα του Παύλου του αποκαλύφθηκε από το Χριστό (Γαλ.1:11-12, Εφεσ.3:1-10). Κι έτσι αποτελεί την ίδια τη διδασκαλία του Χριστού.
Άρα όταν λέμε ότι ο πιστός είναι στη χάρη, δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν εντολές στη χάρη, αλλά ότι δεν είναι υπό τη νομική αρχή του Μωσαϊκού Νόμου ή του Βασιλικού νόμου. Υπό τη νομική αρχή ο Θεός λέει: «Σε έχω ευλογήσει, τώρα κάνε το καλό». Υπό την αρχή της χάριτος ο Θεός ευλογεί τους ανάξιους. Η βασική αρχή της χάριτος είναι ότι δεν αξίζουμε τις ευλογίες και τη σωτηρία του Θεού. Ενώ δε θεωρούμε τους Αντβεντιστές απαραίτητα έξω από τη σωτηρία του Χριστού, όμως η θεωρία τους περί δύο νόμων είναι εσφαλμένη, διότι τοποθετεί τους πιστούς της οικονομίας της χάριτος υπό το νόμο, όσον αφορά την τελική σωτηρία τους και την καθημερινή ζωή τους. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ενώ είναι αλήθεια ότι ο Μωσαϊκός νόμος είναι ο «νόμος του Θεού», ο νόμος του Θεού που ισχύει αιώνια, διότι περιλαμβάνεται στην ύπαρξη ενός απόλυτου και δίκαιου Θεού, είναι πιο πλατύς. Ο νόμος του Θεού που ισχύει για πάντα εφόσον υπάρχει Θεός, είναι νόμος πολύ πιο πλατύς από τις 10 εντολές.
Με αυτήν την έννοια χρησιμοποιεί τη λέξη «νόμος» ο Ιωάννης στην επιστολή του: «Όποιος κάνει την αμαρτία κάνει και την ανομία, διότι αμαρτία είναι η ανομία» (Α' Ιωάν.3:4). Ο δεκάλογος δεν περιέχει καμιά αναφορά στα μεγάλα ζητήματα της χριστιανικής υπηρεσίας και προσευχής, ούτε στις λεπτομέρειες του πώς πρέπει να περπατάει ο πιστός στον παρόντα κόσμο. Άρα αμαρτία, κατά τη βαθιά έννοια της λέξης, δεν είναι απλά μια παράβαση μιας ή περισσότερων από τις 10 εντολές, αλλά είναι η αμέλεια του πιστού να ενεργεί σύμφωνα με το θέλημα του Θεού που είναι πολύ πιο πλατύ από τις 10 εντολές στην οικονομία της χάριτος. Όταν αυτή η πιο πλατιά απαίτηση του θελήματος του Θεού θεωρείται στην παρούσα εφαρμογή του υπό τη χάρη, λέγεται «ο νόμος της ελευθερίας» (Ιάκ.1:25, 2:12, Ρωμ.8:21, Α' Κορ.8:9, 10:29, Β' Κορ.3:17, Γαλ.2:4, 5:1-13).
Συνοπτικά, ως Χριστιανοί επιμένουμε ότι δεν είμαστε υπό τη Μωσαϊκή διαθήκη που περιλαμβάνει και τις 10 εντολές, ούτε υπάρχει αυτό που υποστηρίζουν μερικοί και το λένε «χριστιανικό Σάββατο», διότι ο νόμος έχει εκπληρωθεί εν Χριστώ. Έτσι είναι εναντίον της Βίβλου το να μεταφέρει κανείς τα χαρακτηριστικά του ιουδαϊκού Σαββάτου και να τα εφαρμόζει στην Κυριακή, με βάση τη λανθασμένη προϋπόθεση ότι η Κυριακή αποτελεί αυτό που λανθασμένα λέγεται το «χριστιανικό Σάββατο». Το Σάββατο είναι ένα αιώνιο σημάδι μεταξύ του έθνους του Ισραήλ και του Θεού (Έξ.31:13). Μια μέρα θα εγκατασταθεί πάλι το Σάββατο του Ισραήλ (Ματθ.24:). Το Σάββατο δεν έχει καμιά σχέση με την Εκκλησία στην οικονομία αυτή της χάρης, στην οποία το έθνος Ισραήλ έχει παραμεριστεί προσωρινά (Ρωμ.11:). Μόνον οι θεολόγοι που δεν κάνουν τη σωστή διάκριση μεταξύ του προγράμματος του Θεού για τον Ισραήλ και αυτού για την Εκκλησία, με το να ταυτίζουν την Εκκλησία με τον Ισραήλ, μπορούν να εφαρμόζουν το Σάββατο στην οικονομία αυτή.
Πουθενά στο Λόγο του Θεού, που αφορά την οικονομία της χάριτος, διατάζονται οι Χριστιανοί να τηρούν το Σάββατο του Ισραήλ ή να εφαρμόζουν τα χαρακτηριστικά του σε άλλη μέρα.
Το χριστιανικό Σάββατο, η ανάπαυση, δεν είναι μια ημέρα, αλλά είναι μια στιγμή προς στιγμή ανάπαυση του πιστού που εισέρχεται δια της πίστεως στο τετελεσμένο έργο του Χριστού κι έτσι παύει ή αναπαύεται από τα δικά του έργα (Εβρ.4:10 κλπ).