8/12/08

Πότε και πώς καθιερώθηκε η γιορτή των Χριστουγέννων

Πότε γεννήθηκε και βαπτίστηκε ο Ιησούς Χριστός είναι άγνωστο. Αν ήταν γνωστό, θα είχαμε σχετικές γιορτές πολύ νωρίς και όχι μετά από τρεις εκατονταετηρίδες, δεν θα συνδυάζονταν τα δυο αυτά γεγονότα, που τόσο απέχουν χρονολογικά, σε μια και την ίδια γιορτή (την 6η Ιανουαρίου), ούτε θα αποσπόταν αργότερα η γέννηση του Χριστού για να μετατεθεί την 25η Δεκεμβρίου.
Ο Ευαγγελισμός και η γέννηση του Χριστού ορίστηκαν χρονολογικά την 3η εκατονταετηρίδα, πριν γίνει σκέψη για εισαγωγή σχετικών εκκλησιαστικών εορτών. Ο Ευαγγελισμός ορίστηκε την 25η Μαρτίου, η οποία θεωρείτο ως ημέρα της εαρινής ισημερίας. Η ημέρα αυτή, λόγω επιδράσεως των Ιουδαίων και μάλιστα του Φίλωνα, θεωρείτο ως η πρώτη ημέρα της δημιουργίας. Εξαιτίας αυτής, η γέννηση του Χριστού ορίστηκε 9 μήνες αργότερα, δηλαδή την 25η Δεκεμβρίου. Η γιορτή των Θεοφανείων (6η Ιανουαρίου), κατά την οποία πρωτύτερα γιορταζόταν και η γέννηση του Χριστού, έμεινε στην Ανατολή σαν γιορτή πλέον της βάπτισής του.
Η εκκλησιαστική γιορτή των Χριστουγέννων της 25ης Δεκεμβρίου εισήχθηκε περί το 336 μ.Χ. στη Ρώμη. Στην εισαγωγή της γιορτής συνετέλεσε η κατά την ίδια ημέρα μεγάλη εθνική γιορτή του ηλίου. Όταν επικράτησε ο Χριστιανισμός, τόσο οι Έλληνες όσο κι οι Ρωμαίοι δεν θεώρησαν σκόπιμο να εξαφανίσουν και να σβήσουν τις τελετές και τις μυσταγωγίες των αρχαίων τους θρησκειών. Και όχι μόνον τις διατήρησαν, αλλά και ενίσχυσαν τις γιορτές εκείνες, στις οποίες ο λαός έβρισκε χαρά και ευθυμία. Η μεγαλύτερη από τις γιορτές αυτές ήταν η ρωμαϊκή γιορτή των Καλενδών, που κρατούσε από τις 25 Δεκεμβρίου μέχρι την 7 Ιανουαρίου. Σε όλο αυτό το διάστημα, άρχοντες και λαός ρίχνονταν σε φαγοπότια και ξεφαντώματα κι ο λαός ξεχνούσε τη στυγνή τυραννία της ρωμαϊκής σκλαβιάς. Κατά την περίοδο αυτή δίνονταν θεατρικές παραστάσεις, στολίζονταν τα σπίτια και τα δημόσια καταστήματα, ο κόσμος τραγουδούσε, χόρευε, έπαιζε τυχερά παιχνίδια, μεταμφιεζόταν και μασκαρευόταν τη νύχτα, οπότε γίνονταν πολλά παρατράγουδα και όργια και γενικά το διονυσιακό πνεύμα κυριαρχούσε στη χειρότερη μορφή του.
Ο Χριστιανισμός προσπάθησε να καταργήσει και να εξαφανίσει όλες τις παρόμοιες γιορτές και κυρίως την οργιαστική περίοδο των Καλενδών. Δεν ήταν όμως εύκολο να ξεριζώσει συνήθειες αιώνων και να βάλει φραγμό στα φαγοπότια και στις ειδωλολατρικές γιορτές. Μια λοιπόν από τις πρώτες πράξεις του χριστιανικού κράτους ήταν να απαγορεύσει τις διονυσιακές γιορτές του Δωδεκαημέρου των Καλενδών. Μεγάλοι ρήτορες της Εκκλησίας τη χαρακτήριζαν σαν έργο του διαβόλου και των κακοποιών πνευμάτων. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος δεν έχανε ευκαιρία να τις κατακεραυνώνει και να προτρέπει τους χριστιανούς να απέχουν από αυτές: «Τίποτε δεν είναι πιο εχθρικό προς το πνεύμα του Χριστιανισμού», έλεγε, «όσο αυτά που συμβαίνουν κατά τις νύχτες εκείνες». Η ΣΤ' Οικουμενική Σύνοδος έφτασε στο σημείο να αφορίζει όσους γιόρταζαν τις γιορτές των Καλενδών. Γενικά η Εκκλησία στάθηκε αμείλικτη απέναντι στις Καλένδες και γενικά σε κάθε υπόλειμμα διονυσιακής τελετής. Ο λαός, όμως, επέμενε, έστω και κάπως περιορισμένα, να γιορτάζει και να μασκαρεύεται, μη λογαριάζοντας τις συνέπειες και τις ποινές της νέας θρησκείας.
Η γιορτή των Χριστουγέννων μπήκε στην περίοδο αυτή και μάλιστα την πρώτη μέρα, για να περιορίσει την αρχή της οργιαστικής περιόδου και να βάλει φραγμό στις ειδωλολατρικές γιορτές. Από τη Ρώμη η γιορτή των Χριστουγέννων μεταδόθηκε στην υπόλοιπη Δύση. Το 376 μ.Χ. περίπου η γιορτή εισήχθηκε στην ανατολική Εκκλησία. Εφόσον η Βυζαντινή αυτοκρατορία ανθούσε, οι γιορτές δεν έπαψαν να γιορτάζονται με περισσή επίδειξη και τις μέρες της γέννησης του Χριστού, την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα, ο κόσμος έξαλλος και μασκοφορεμένος ξεχυνόταν στις πλατείες και τους δρόμους τραγουδώντας και χορεύοντας, αδιαφορώντας για τις προτροπές και τις απειλές της Εκκλησίας. Όταν, όμως, άρχισε να ξεπέφτει η Βυζαντινή αυτοκρατορία, τότε άρχισαν να εκφυλίζονται και οι ειδωλολατρικές αυτές γιορτές. Κατά το διάστημα των Σταυροφόρων και ιδίως όταν κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, οι Φράγκοι μετέφεραν τις συνήθειες της Δύσης και μαζί με αυτές και τις περίφημες γιορτές των ρωμαϊκών Καλενδών, τις οποίες οι Δυτικοί εννοούσαν να κρατούν παρά τους αφορισμούς των θρησκευτικών ηγετών της Δύσης. Έτσι στο Βυζάντιο, η εμφάνιση των Φράγκων έδωσε αφορμή να ξαναζωντανέψουν οι γιορτές των οποίων υπόλοιπα διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα σε πολλές πόλεις.
Η ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρα γέννησης του Χριστού, αναφέρεται για πρώτη φορά από τον επίσκοπο Ρώμης, Ιππόλυτο, το έτος 235 μ.Χ. και μόλις το 336 μ.Χ., επί πάπα Ιουλίου, θεσπίστηκε ως επέτειος και εμφανίζονται για πρώτη φορά στο ρωμαϊκό ημερολόγιο. Άπειρα θεολογικά επιχειρήματα προβλήθηκαν για να υποστηρίξουν ή να αντικρούσουν την ημερομηνία αυτή. Η 25η Δεκεμβρίου είχε σαν αποτέλεσμα να θεσπίσει και την ανταλλαγή δώρων κατά τα Χριστούγεννα, συνήθεια που ήρθε από τις ρωμαϊκές Καλένδες.
Στις σκανδιναβικές χώρες, στο τέλος του χρόνου προστέθηκε και μια άλλη γιορτή του Αγίου Νικολάου (Santa Claus), που είναι ο άγιος των παιδιών και γιορτάζεται μεν την 6η Δεκεμβρίου, πλην είναι ο άγιος που πολιτογραφήθηκε σαν άγιος των χριστουγεννιάτικων δώρων.
Η παράδοση η σχετική με το χριστουγεννιάτικο δέντρο εμφανίζεται για πρώτη φορά στο χριστιανικό κόσμο στη Γερμανία τον 8ο αιώνα κι εκείνος που θέσπισε το αναμμένο με κεράκια χριστουγεννιάτικο δέντρο εμφανίζεται πολύ αργότερα. Στην Αγγλία, το φωτισμένο με κεράκια δέντρο, ήρθε επί βασίλισσας Βικτωρίας. Ο πρίγκιπας Αλβέρτος υπήρξε ο πρώτος που οργάνωσε ένα φωτισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο για τη βασιλική οικογένεια και το προσωπικό των ανακτόρων του Μπάκιγχαμ.
Η εμπορική εκμετάλλευση των Χριστουγέννων σε πολλές χώρες και ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες πήρε γιγάντιες διαστάσεις. Η χρησιμοποίηση εικόνων και θρησκευτικής μουσικής προκάλεσε πολλές φορές τις διαμαρτυρίες της Εκκλησίας. Ο καρδινάλιος Σπέλμαν είπε κάποτε: «Το κουδούνισμα των μηχανικών ταμείων σκεπάζει το μήνυμα της ειρήνης και της καλής θέλησης».
Σε άλλες χώρες, όπως στις Σκανδιναβικές, την Ελβετία, ακόμα και τη Γαλλία, τα Χριστούγεννα διατήρησαν περισσότερο το χαρακτήρα της θρησκευτικής γιορτής και η ανταλλαγή δώρων, δίχως να λάβει τις διαστάσεις που έχει στην Αμερική, γίνεται αντικείμενο μιας εκλογής πιο προσεκτικής.Επανερχόμαστε στην ακριβή ημερομηνία της Γέννησης του Κυρίου μας. Χωρίς να κινδυνεύσουμε να χαθούμε μέσα στις συμπληγάδες των θεολογικών συζητήσεων περιοριζόμαστε στον ακριβή καθορισμό της ημερομηνίας, όπως αυτή αναφέρεται στο Λόγο του Θεού: «Όταν όμως έφτασε ο προκαθορισμένος καιρός, απέστειλε ο Θεός το Γιο Του, που ήρθε μέσω γυναίκας και υποτάχθηκε στο νόμο, με σκοπό να εξαγοράσει εκείνους που βρίσκονταν κάτω από την κυριαρχία του νόμου, ώστε να αποκτήσουμε την υιοθεσία» (Γαλάτες 4:4-5).

Δεν υπάρχουν σχόλια: