16/3/09

Οι Traditores (προδότες)

Είναι γνωστό ότι από το 288 μ.Χ., όταν ανέλαβε την εξουσία ο Διοκλητιανός, η θρησκεία των εθνικών χάνει συνεχώς έδαφος, αν και το πνευματικό επίπεδο των Χριστιανών δεν είναι πια το αποστολικό και των εκκλησιών του πρώτου αιώνα.
Ο Διοκλητιανός προσλαμβάνει (292) βοηθό - καίσαρα τον Γαλέριο για τα θέματα της Ανατολής. Για τη Δύση, προσλαμβάνει τον Μαξιμιλιανό, ως Αύγουστο (286) και τον Κωνσταντίνο το Χλωρό (πατέρα του Μ. Κωνσταντίνου), ως Καίσαρα (292). Και ενώ ο Διοκλητιανός, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια και μέχρι το 303 δε θίγει τους Χριστιανούς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και βρισκόταν στο πλευρό τους, ξαφνικά αποφασίζει να εξαλείψει το όνομα του Χριστού. Ιστορικοί του αναστήματος του Μαρτίνι και του Γίββωνα[1] δέχονται την κακή εισήγηση και επίδραση του Γαλέριου στον τρομερό αυτόν διωγμό.
Η έναρξη θα γίνει με σειρά βασανιστηρίων των Χριστιανών της αυτοκρατορικής αυλής. Για πρώτη φορά ανώτατοι αξιωματικοί βασανίζονται, εξευτελίζονται και θανατώνονται δημόσια. Μεταξύ 303 και 304 και σε διάστημα λιγότερο των δύο ετών, ο Διοκλητιανός υπογράφει τα περίφημα εκείνα διατάγματα, που καταρρακώνουν τη φιλοσοφία του δικαίου των Ρωμαίων. Λέγεται ότι οι Ρωμαίοι ποτέ δεν υπήρξαν δίκαιοι και απέδειξαν ότι δεν είχαν σχέση με το δίκαιο, με τα διατάγματα του Διοκλητιανού.
Με το πρώτο διάταγμα ο Διοκλητιανός:
α. Στερεί από την προστασία των νόμων τους Χριστιανούς.
β. Τους αποκλείει από κάθε αρχή, εξουσία, δημόσια υπηρεσία.
γ. Διατάσσει την καταστροφή των τόπων συνάθροισης των Χριστιανών.
δ. Τα βιβλία των Χριστιανών ρίχνονται στη φωτιά.
Με το δεύτερο διάταγμα φυλακίζονται όλοι οι υπεύθυνοι εκκλησιαστικών συνάξεων.
Ακουθεί τρίτο διάταγμα που ορίζει ότι όλοι οι Χριστιανοί θα αναγκαστούν να θυσιάσουν στα είδωλα, έστω και ύστερα από βασανιστήρια.
Το 304 εκδίδεται και το τέταρτο και πιο φρικτό διάταγμα: Όσοι αντιδράσουν, δυστροπούν και φέρνουν αντίρρηση, θανατώνονται.
Στις επαρχίες η τραγωδία παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις. Οι έπαρχοι για να δείξουν υπακοή και αφοσίωση, ξεπερνούν σε θηριωδία τα γεγονότα που διαδραματίζονται από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα στις πόλεις.
Οι πρώτες επιγραφές και στήλες κάνουν την εμφανισή τους, υμνώντας τους αυτοκράτορες που μπόρεσαν να εξαλείψουν τους Χριστιανούς. Οι Χριστιανοί παίρνουν τη θέση των εχθρών της πατρίδας. Η εξάλειψή τους γίνεται αντικείμενο πολέμου κατά των εχθρών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι Χριστιανοί είναι εχθροί της πολιτείας.[2]
Ποτέ μέχρι το διωγμό αυτόν δεν είχαν επινοηθεί και εφαρμοστεί πιο σκληρά βασανιστήρια. Τρόποι θανάτου που προκαλούν φρίκη εφαρμόζονται σε αθώους. Κανένας διάκριση για γέρους, παιδιά, αρρώστους, γυναίκες. Ποτέ περισσότερο, μέχρι τότε, αίμα.
Μια μερίδα λυγίζει. Αρχίζει η εμφάνιση των πρώτων που δειλιάζουν. Δεν είναι λίγοι αυτοί που κάμπτονται. Βέβαια οι πολλοί μένουν. Υποφέρουν, βασανίζονται, πεθαίνουν και θριαμβεύουν. Η αντίδραση σε εκείνους που δειλιάζουν είναι φοβερή. Αποκόπτονται και διώχνονται από τις χριστιανικές κοινωνίες. Στιγματίζονται οικογενειακά. Προκαλούν γενική περιφρόνηση. Η δεύτερη τραγωδία τους, καθώς θέλουν να ξαναγυρίσουν στις συνάξεις, είναι πιο μεγάλη από τα βασανιστήρια που κινδύνευαν να υποστούν. Δεν γίνονται δεκτοί. Τους αποκαλούν traditores (προδότες). Το στίγμα είναι βαρύ. Σε λίγο θα δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα. Αλλά η αυστηρή πλευρά πιέζει, γιατί νιώθει ότι σ’ αυτές τις ιστορικές ώρες, κάθε υποχώρηση οδηγεί σε συμβιβασμό. Και ο συμβιβασμός θα εξαλείψει την πίστη πιο γρήγορα αλλά και πιο αποτελεσματικά από τα σωματικά βασανιστήρια.
Τότε ακριβώς δημιουργήθηκε και ένα πρόσθετο πρόβλημα. Με το πρώτο διάταγμα του Διοκλητιανού, ανάμεσα στα άλλα, διατάσσεται και το κάψιμο των βιβλίων, συγγραμμάτων και επιστολών. Πρέπει να χάθηκε τότε πολύτιμο υλικό και έργα αξίας της χριστιανικής φιλολογίας. Πολλοί, όταν οι στρατιώτες τους έπιαναν και ζητούσαν να πάρουν τα ιερά τους κείμενα, έδιναν στους άξεστους αυτούς, που δε γνώριζαν να διαβάζουν οι πιο πολλοί, άλλα συγγράμματα, όχι όμως τα ιερά τους κείμενα. Οι στρατιώτες βέβαια δεν καταλάβαιναν τίποτα και η φωτιά που με τις φλόγες κατάπινε τα συγγράμματα, δεν άφηνε ίχνη για το περιεχόμενό τους.
Και τότε ξέσπασε ένα κίνημα που θα μπορούσε κανείς να το ονομάσει κρίση συνείδησης. Αυτοί που απέφευγαν τα βασανιστήρια και το θάνατο, χωρίς να θυσιάσουν στα είδωλα, δίνοντας απλώς βιβλία, όχι ιερά, αλλά ξένα με την πίστη τους και άχρηστα με τις συνάξεις, τι θα γίνονταν; Μια μερίδα τους δικαίωνε. Δεν θυσίασαν και διαφύλαξαν πραγματικούς θησαυρούς, όμως μια άλλη μερίδα, οι ανένδοτοι θα λέγαμε σήμερα, δε δέχτηκε αυτή τη διέξοδο. Ήταν ψέμα. Επρόκειτο περί απάτης. Η πίστη πρέπει να υπηρετηθεί. Αλλά τα μέσα που θα κληθούν να την υπηρετήσουν πρέπει να είναι άγια. Και το ψέμα δεν μπορεί να διακονήσει την αλήθεια. Αποτέλεσμα: και εκείνοι που ξέφυγαν δίνοντας για κάψιμο άχρηστα βιβλία ήταν για τους Χριστιανούς traditores.
Πολλές φορές σταθήκαμε με δάκρια στα μάτια μπροστά σε φαινόμενα, γεγονότα και νοοτροπίες που λασπώνουν χωρίς έλεος την πορεία της σημερινής εκκλησίας. Και γίνονται κρίσεις, συγκρίσεις, παραλληλισμοί. Και υψώνονται ερωτηματικά. Οι μάρτυρες γνώριζαν, ότι όταν δέχονταν τη νέα πίστη έπαιρναν την απόφαση του θανάτου. Και όσοι στέκονταν απλά στη διακονία και την υπηρεσία τέτοιων ανθρώπων, γνώριζαν ότι ο Θεός είναι άγιος. Λατρεύεται από αγίους. Και υπηρετείται με άγια μέσα. Αυτή είναι η διαφορά. Κι εδώ πρέπει να ζητήσουμε τα τραγικά αποτελέσματα.

[1] Ed. Gibbon, History of the decline of the Roman Empire (Λονδίνο, 1776).
[2] Nomine Christianorum deleto, qui rem publicam evertebant. Superstitione Christiana ubique deleta.

Δεν υπάρχουν σχόλια: