19/3/12

Η πίστη του Άβραμ

Με το παρόν κείμενο θα ήθελα να μελετήσουμε λίγο περισσότερο το σημαντικό για την Κ. Διαθήκη και τη χριστιανική πίστη, χωρίο Γένεση 15:6. Γράφει ο θεόπνευστός συγγραφέας: «Ο Άβραμ πίστεψε στον Κύριο και λογαριάστηκε σ’ αυτόν για δικαιοσύνη». Ενώ το κείμενο αποκαλύπτει ότι ο Άβραμ πίστεψε, δεν λέει τίποτε για το περιεχόμενο της πίστης του. Έτσι, δημιουργείται το ερώτημα: «Σε τι πίστεψε ο Άβραμ;»:
α) Πίστεψε στην υπόσχεση του Θεού ότι θα είναι η «ασπίδα» του (15:1);
β) Πίστεψε στην υπόσχεση του Θεού ότι θα του χαρίσει δικό του βιολογικό διάδοχο (15:4);
γ) Πίστεψε στην υπόσχεση του θεού για πλήθος απογόνων, όσα τα άστρα του ουρανού (15:5);
δ) Ή η πίστη του πηγαίνει πιο πίσω στην αρχική υπόσχεση του Θεού για γη, για όνομα και για ευλογία των εθνών;
ε) Είναι ένα από αυτά, μερικά από αυτά ή όλα αυτά; Κι αν είναι ένα ή όλα από αυτά, τότε προήλθε η δικαίωση του Άβραμ μέσω διαφορετικού τρόπου από αυτόν που η Κ. Διαθήκη διδάσκει; Είχε η Π. Διαθήκη διαφορετικό μοντέλο σωτηρίας (π.χ. έργα) από την Κ. Διαθήκη;
Αν ο Άβραμ δικαιώθηκε με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που το Ευαγγέλιο διακηρύττει, δηλαδή εκτός Χριστού, τότε υπάρχει κι άλλος τρόπος σωτηρίας μέσα στην Αγία Γραφή; Θα μπορούσε τότε κάποιος να συμπεράνει ότι, ο δρόμος για τον Θεό δεν είναι μόνο ο Χριστός, αλλά και τα έργα μας.

Ο σωτηριακός κανόνας της Κ. Διαθήκης είναι πως είναι αδύνατο να σωθεί και να δικαιωθεί κάποιος χωρίς πίστη στο πρόσωπο και στο ολοκληρωμένο έργο του Ιησού Χριστού. Τα εδάφια που το επιβεβαιώνουν είναι πολλά, αλλά αρκεί η μνημόνευση τριών:
«Ο Ιησούς λέει σ’ αυτόν: Εγώ είμαι ο δρόμος, και η αλήθεια και η ζωή. Κανείς δεν έρχεται στον Πατέρα, παρά μόνον δια μέσου εμού» (Ιωάν.14:6).
«Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωσε τον Υιόν του τον μονογενή, για να μη χαθεί καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια» (Ιωάν.3:16).
«Δεν υπάρχει διαμέσου κανενός άλλου η σωτηρία, επειδή ούτε άλλο όνομα είναι δοσμένο κάτω από τον ουρανό ανάμεσα στους ανθρώπους, διαμέσου του οποίου πρέπει να σωθούμε» (Πράξ.4:12).
Οπότε γίνεται κατανοητό ότι το θέμα είναι πολύ ουσιαστικό. Τι, όμως, απαντάμε; Την απάντηση θα την αναζητήσουμε και θα την βρούμε στην Κ. Διαθήκη, η οποία αποτελεί την ολοκληρωτική και τελική αποκάλυψη του θεού και την ερμηνεία της Π. Διαθήκης. Στην προς Εβραίους επιστολή διαβάζουμε: «Ο Θεός, τον παλιό καιρό, αφού, πολλές φορές και με πολλούς τρόπους μίλησε στους πατέρες μας διαμέσου των προφητών, σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες μίλησε σε μας διαμέσου του Υιού» (1:1-2).

Σε επιστολές της Κ. Διαθήκης επαναλαμβάνεται το Γένεση 15:6. Είναι αυτές που θα μας απαντήσουν το ερώτημα.

Ι. Γαλάτες 3:5
Οι εκκλησίες της Γαλατίας αντιμετωπίζουν ένα πολύ οξύ θεολογικό πρόβλημα, που δυνητικά ήταν ικανό να τις διαλύσει. Μερίδα των πιστών εκεί είχαν επηρεαστεί από μια νέα θεολογία, που εκπορευόμενη από την εκκλησία της Ιερουσαλήμ, δίδασκε ότι για να ολοκληρωθεί η σωτηρία του ατόμου δεν αρκούσε η πίστη στο Χριστό, αλλά και η τήρηση των επιταγών του Νόμου. Με αποτέλεσμα το κριτήριο της σωτηρίας να γίνει ο Νόμος κι όχι ο Χριστός. Το καλύτερο παράδειγμα της θέσης τους ήταν ο Αβραάμ, ο οποίος δικαιώθηκε προ Χριστού και σύμφωνα με την άποψή τους δικαιώθηκε με τα έργα του καθώς εκτέλεσε την εντολή για την περιτομή στον ίδιο και σε όλα τα αρσενικά του σπιτιού του (17:23-27).
Η απάντηση του Παύλου έρχεται με την προς Γαλάτες επιστολή. Ανάμεσα στα πολλά, και μερικές φορές άκρως αιχμηρά που γράφει, θέτει και την εξής ερώτηση: «Εκείνος, λοιπόν, που χορηγεί σε σας το Πνεύμα και ενεργεί ανάμεσά σας θαύματα, το κάνει αυτό από έργα του νόμου ή από ακοή της πίστης; Όπως ο Αβραάμ πίστεψε στον Θεό και του λογαριάστηκε σε δικαιοσύνη» (Γαλ.3:5-6).

Α. Ο Άβραμ δικαιώθηκε, επειδή πίστεψε στο ευαγγέλιο
Πριν δούμε την απάντηση του Παύλου, θα ήθελα να θυμηθούμε ένα λόγο του Κυρίου, στο ευαγγέλιο του Ιωάννη: «Ο Αβραάμ, ο πατέρας σας, αναγάλλιασε να δει τη δική μου ημέρα και είδε και χάρηκε» (8:56). Ο Ιησούς ισχυρίζεται ότι ο Αβραάμ είδε, νοείται με τα μάτια της πίστης και όχι με τα φυσικά, την ημέρα του Κυρίου και χάρηκε. Άρα, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η πίστη του Άβραμ είχε χριστοκεντρικό χαρακτήρα. Ο Χριστός δεν ήταν απών από αυτήν. Βεβαίως, η απορία των συνομιλητών του Ιησού είναι και δική μας απορία: «Πώς είναι δυνατόν;».
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο ο Άβραμ πίστεψε στο ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού. Το λέει αυτό ο Παύλος στη συνέχεια: «Προβλέποντας. Μάλιστα, η Γραφή ότι ο Θεός ανακηρύσσει δίκαιους τους ανθρώπους από τα έθνη με την πίστη, προανήγγειλεπροευαγγελίσατο») στον Αβραάμ: ότι σε σένα θα ευλογηθούν όλα τα έθνη. Ώστε, αυτοί που είναι από την πίστη, ευλογούνται μαζί με τον πιστό Αβραάμ» (Γαλ.3:8-9).
Το ελπιδοφόρο μήνυμα ο Θεός το είχε δώσει στον Άβραμ στη Γένεση 12:3, και δεν ήταν κάποια υλική ευλογία, όπως η Γη της Επαγγελίας για την οποία εγκατέλειψε την Ουρ των Χαλδαίων. Ούτε πάλι ήταν το πλήθος των απογόνων του, που θα εξελισσόταν στον εκλεκτό λαό της Π. Διαθήκης. Το ελπιδοφόρο μήνυμα ήταν η πνευματική ευλογία ότι μέσω του Άβραμ η σωτηρία θα ερχόταν στον κόσμο και θα ευλογούσε ολόκληρη την ανθρωπότητα: «Μέσα από σένα θα ευλογηθούν όλες οι φυλές της γης» (Γέν.12:3). Αυτήν την υπόσχεση ο Παύλος την ονομάζει ευαγγέλιο.

Β. Οι υποσχέσεις στον Άβραμ αφορούσαν τη λύτρωση του ανθρώπου
Οι υποσχέσεις του Θεού προς τον Άβραμ, πέρα από την υλική διάσταση που εμπεριείχαν, σκοπό είχαν τη σωτηρία του ανθρώπου από την κατάρα της αμαρτίας. Γράφει λίγο παρακάτω ο Παύλος: «Ο Χριστός μάς εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου, καθώς έγινε κατάρα για χάρη μας. Επειδή είναι γραμμένο: Επικατάρατος καθένας που κρεμιέται επάνω σε ξύλο. Για να έρθει στα έθνη η ευλογία του Αβραάμ διαμέσου του Ιησού Χριστού, ώστε να λάβουμε την υπόσχεση του Πνεύματος διαμέσου της πίστης» (Γαλ.3:13-14).
Ενδεχομένως, ο Άβραμ να μη γνώριζε όλα όσα εμείς γνωρίζουμε για τον Ιησού και τη σωτηρία, αλλά ο Θεός του έδωσε τη χάρη να πιστέψει σε κάτι που μόνο η πίστη του στον Θεό θα μπορούσε να το κάνει δυνατό. Γι’ αυτό, διαβάζουμε στην επιστολή προς Εβραίους: «Με πίστη παροίκησε στη γη της υπόσχεσης ως ξένη, κατοικώντας σε σκηνές μαζί με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, τους συγκληρονόμους της ίδιας υπόσχεσης. Επειδή, περίμενε την πόλη που είχε τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός» (11:9-10).

Γ. Ο Άβραμ πίστεψε στον ερχόμενο μελλοντικό Σωτήρα
Ακριβώς αυτό ήταν το πρόβλημα στη συζήτηση του Ιησού με τους πνευματικούς άρχοντες του λαού Ισραήλ, αναφορικά με τη σχέση που ο Άβραμ είχε με Αυτόν. Αυτό, όμως, έκανε ο Άβραμ. Πιστεύοντας στο λόγο της υπόσχεσης του Θεού πρόσβλεπε στο μέλλον για τον ερχομό του Ιησού. Ο Παύλος είναι πολύ συγκεκριμένος όταν αναφέρεται στην υπόσχεση του Θεού για απόγονο. Σε καμιά από τις αναφορές του δεν λέει ότι ο Θεός του υποσχέθηκε απογόνους, αν και υπάρχουν κι αυτές οι υποσχέσεις στην Π. Διαθήκη, αλλά αναφέρεται μόνο στις υποσχέσεις που μιλούν για τον απόγονο (ενικός), που είναι ο Χριστός. Έτσι διαβάζουμε: «Οι υποσχέσεις, όμως, ειπώθηκαν στον Αβραάμ και στο σπέρμα του. Δεν λέει: και προς τα σπέρματα, σαν να πρόκειται για πολλά, αλλά ως για ένα: Και προς το σπέρμα σου, που είναι ο Χριστός» (Γαλ.3:16, Γέν.12:7, 13:15, 24:7, κλπ.).
Συνεπώς, ο Αβραάμ δεν δικαιώθηκε επειδή απλώς πίστεψε ότι ο Θεός θα του έδινε μια γη και πάρα πολλούς απογόνους. Δικαιώθηκε, επειδή πίστεψε ότι ο Θεός θα έφερνε στον κόσμο, μέσω αυτού, τον Σωτήρα του κόσμου και μέσω Αυτού του Σωτήρα όλος ο κόσμος θα σωζόταν, όπως σώθηκε ο ίδιος: δια πίστεως στον Ιησού Χριστό. Άρα, ο τρόπος σωτηρίας στην Π. Διαθήκη δεν είναι διαφορετικός από εκείνον της Κ. Διαθήκης. Συμπερασματικά, λοιπόν, δεν υπάρχουν πολλοί δρόμοι που οδηγούν στη «Ρώμη», αλλά μόνον Ένας: «Ο Ιησούς λέει σ’ αυτόν: Εγώ είμαι ο δρόμος, και η αλήθεια και η ζωή. Κανείς δεν έρχεται στον Πατέρα, παρά μόνον δια μέσου εμού» (Ιωάν.14:6).

Άλλωστε, αυτή είναι η επαναλαμβανόμενη ιστορία της σωτηρίας σε ολόκληρη την Π. Διαθήκη:
α) Πώς σώθηκαν όλοι οι άγιοι της Π. Διαθήκης; Με τα έργα τους; Σίγουρα όχι.
β) Με την πίστη τους; Σίγουρα, ναι.
γ) Αλλά, ποια πίστη; Πίστη στην πίστη τους, όπως διδάσκει η θεολογία της πίστης της Νέας Εποχής, που σήμερα κυριαρχεί πάνω σ’ ένα μεγάλο κομμάτι πολλών λεγόμενων Χριστιανών; Σίγουρα, όχι.
δ) Πίστη σε κάποιον προφήτη, άγιο, ιερό τόπο; Οπωσδήποτε, όχι.
ε) Η μοναδική απάντηση είναι: «Πίστη στον Ιησού Χριστό».

Να, μερικά παραδείγματα:

Ο Πατριάρχης Ιακώβ
Πώς δικαιώθηκε ο Ιακώβ, ο «υποσκελιστής» του πατέρα του, του αδελφού του, του πεθερού του; Δικαιώθηκε, διότι ο Θεός ονομάζει τον εαυτό του ως «...ο Κύριος ο Θεός των πατέρων σας, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ» (Έξ.3:15). Δικαιώθηκε με πίστη στον Ιησού Χριστό, τον οποίον είδε με τα μάτια της πίστης που το Άγιο Πνεύμα του χάρισε. Πώς το γνωρίζουμε; Από αυτά που ο ίδιος λέει όταν στο τέλος της ζωής του ευλογεί ένα-ένα τα παιδιά του. Θα περίμενε κανείς τις ιδιαίτερες, μεγαλύτερες και πιο πνευματικές ευλογίες να τις κρατήσει και να τις προσφέρει στον Ιωσήφ και στους απογόνους του, όμως δεν το κάνει. Αυτές τις δίνει στον Ιούδα για τον οποίον, λέει: «Ιούδα, εσένα θα σε επαινέσουν οι αδελφοί σου. Το χέρι σου θα είναι στον τράχηλο των εχθρών σου, οι γιοι του πατέρα σου θα σε προσκυνήσουν. Σκύμνος λιονταριού είναι ο Ιούδας. Από κυνήγι ανέβηκες, γιε μου. Καθώς έγειρε, κοιμήθηκε σαν λιοντάρι και σαν σκύμνος λιονταριού. Ποιος θα τον ξυπνήσει; Δεν θα εκλείψει το σκήπτρο από τον Ιούδα ούτε νομοθέτης από μέσα από τα πόδια του, μέχρις ότου έρθει ο Σηλώ, και σ’ αυτόν θα είναι η υπακοή των λαών. Στην άμπελο δένει το πουλάρι του, και στον εκλεκτό βλαστό, το πουλαράκι του γαϊδουριού του. Σε κρασί θα πλύνει το ένδυμά του, και στο αίμα του σταφυλιού τη στολή του. Τα μάτια του θα είναι θολά από το κρασί και τα δόντια του άσπρα από το γάλα» (Γέν.49:8-10).

Ο Μωυσής
Ήταν η δικαίωση του Μωυσή αποτέλεσμα της υπακοής του και της τήρησης του Νόμου που είχε το προνόμιο να λάβει από τα χέρια του Θεού; Η απάντηση είναι, όχι.
Ό,τι συνέβη με τους Πατριάρχες συνέβη και με τον Μωυσή. Δικαιώθηκε δια της πίστεως στον Ιησού Χριστό, για τον Οποίον ο ίδιος είπε στο λαό Ισραήλ, προετοιμάζοντάς τον έτσι για τον ερχομό Του, στον οποίον προφήτευσε: «Προφήτη ανάμεσα από τους αδελφούς τους θα σηκώσω σ’ αυτούς, όπως εσένα, και θα βάλω τα λόγια μου στο στόμα του και θα τους μιλήσει όλα όσα εγώ θα τον προστάζω. Και ο άνθρωπος, που δεν θα υπακούσει στα λόγια μου, που αυτός θα μιλήσει εξ ονόματός μου, εγώ θα το εκζητήσω απ’ αυτόν» (Δευτ.18:18).

Τώρα, ίσως κάποιος πει: «Και πώς γνωρίζουμε ότι ο Μωυσής αναφέρεται εδώ στον Χριστό και όχι στον διάδοχό του Ιησού του Ναυή ή σε κάποιον άλλον;» Σωστή η παρατήρηση. Αλλά είμαστε σίγουροι ότι αναφέρεται στον Χριστό από την προσδοκία του Μεσσία που αυτός ο λόγος του Μωυσή καλλιέργησε στο λαό Ισραήλ για 1.500 χρόνια, ώστε όταν ο Χριστός εμφανίστηκε να θεωρήσουν, οι ίδιοι οι Εβραίοι, ότι εκπληρώθηκε ο λόγος του Μωυσή. Για παράδειγμα:
α) Λέει ο Φίλιππος στον Ναθαναήλ: «Ο Φίλιππος βρίσκει τον Ναθαναήλ και του λέει: Βρήκαμε εκείνον που ο Μωυσής έγραψε μέσα στο νόμο και οι προφήτες, τον Ιησού, τον γιο του Ιωσήφ, αυτόν από τη Ναζαρέτ» (Ιωάν.1:46).
β) Ο Πέτρος στο μήνυμά του την ημέρα της Πεντηκοστής ταύτισε τον προφητικό λόγο του Μωυσή με τον Μεσσία Ιησού Χριστό: «Επειδή ο Μωυσής είπε στους πατέρες ότι: Ο Κύριος ο Θεός σας θα σηκώσει σε σας προφήτη από τους αδελφούς σας, σαν κι εμένα. Αυτόν θα ακούτε σύμφωνα με όλα όσα θα μιλήσει σε σας. Και κάθε ψυχή, που δεν θα ακούσει εκείνον τον προφήτη, θα εξολοθρευτεί από τον λαό» (Πράξ.3:22-23).
γ) Ο πρωτομάρτυρας Στέφανος στην ομολογία του, μεταξύ άλλων, είπε: «Αυτός είναι ο Μωυσής που είπε στους γιους Ισραήλ: Προφήτη από τους αδελφούς σας θα σηκώσει σε σας ο Κύριος ο Θεός σας, όπως εμένα. Αυτόν θα ακούτε» (Πράξ.7:37).

Ο βασιλιάς Δαβίδ
Ο Δαβίδ, ο «άνθρωπος κατά την καρδιά του Θεού». Πώς δικαιώθηκε; Όχι με τα έργα, αλλά με την πίστη στον Μεσσία. Όταν ο Θεός του είπε ότι ο ίδιος δεν μπορεί να χτίσει τον Ναό, αλλά ο γιος του, στη συνέχεια του υποσχέθηκε κάτι που ανθρωπίνως είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί. Του είπε: «Το έλεός μου, όμως, δεν θα αφαιρέσω απ’ αυτόν, όπως το αφαίρεσα από τον Σαούλ, που έβγαλα από μπροστά σου. Και η οικογένειά σου και η βασιλεία σου θα στερεωθεί μπροστά σου μέχρι τον αιώνα. Ο θρόνος σου θα στερεωθεί στον αιώνα» (Β' Σαμ.7:15-16).
Η απάντηση του Δαβίδ είναι συγκλονιστική. Ομολογεί ότι αυτό ανθρωπίνως δεν γίνεται. Αλλά μόνο με την επέμβαση του Θεού και την παρουσία Κάποιου: «Κύριε των δυνάμεων, Θεέ του Ισραήλ, αποκάλυψες στον δούλο σου, λέγοντας: ‘Θα οικοδομήσω σε σένα οίκο’. Γι’ αυτό ο δούλος σου βρήκε την καρδιά του έτοιμη να προσευχηθεί σε σένα αυτή την προσευχή. Και τώρα Δέσποτα Κύριε, εσύ είσαι ο Θεός, και τα λόγια σου θα είναι αληθινά, κι εσύ υποσχέθηκες αυτά τα αγαθά στο δούλο σου. Τώρα, λοιπόν, ευδόκησε να ευλογήσεις την οικογένεια του δούλου σου, για να είναι μπροστά σου στον αιώνα. Επειδή, εσύ, Δέσποτα Κύριε, μίλησες. Και από την ευλογία σου ας είναι η οικογένεια του δούλου σου ευλογημένη, στον αιώνα» (Β' Σαμ.7:18-29).

Ο προφήτης Ησαΐας
Ο προφήτης που έγραψε το επονομαζόμενο 5ο ευαγγέλιο, με πολύ παραστατικό τρόπο προφήτεψε το πάθος του πάσχοντος δούλου στο 53ο κεφάλαιο του βιβλίου του, όπου ανάμεσα στα άλλα είπε: «Όλοι εμείς πλανηθήκαμε σαν πρόβατα. Στραφήκαμε καθένας στο δικό του δρόμο. Ο Κύριος, όμως, έβαλε επάνω σ’ αυτόν την ανομία όλων μας» (εδ. 6).

Ο προφήτης Μιχαίας
Ο προφήτης που ανάγγειλε τον τόπο της γέννησης του Μεσσία: «Κι εσύ, Βηθλεέμ Εφραθά, η μικρή, ώστε να είσαι ανάμεσα στις χιλιάδες του του Ιούδα, από σένα θα εξέλθει σε μένα ένας άνδρας για να είναι ηγούμενος στον Ισραήλ. Που οι έξοδοί του είναι εξαρχής, από ημέρες αιώνος. Γι’ αυτό θα τους αφήσει, μέχρι τον καιρό κατά τον οποίον αυτή που γεννάει θα γεννήσει. Τότε, το υπόλοιπο των αδελφών του, θα επιστρέψει στους γιους Ισραήλ. Και θα σταθεί, και θα ποιμάνει με τη δύναμη του Κυρίου, με τη μεγαλειότητα του ονόματος του Κυρίου του Θεού του. Και θα κατοικήσουν, επειδή, τώρα, θα μεγαλυνθεί μέχρι τα έσχατα της γης. Και αυτός θα είναι ειρήνη» (5:2-4).

Έτσι τίθεται το ερώτημα προς τον καθένα μας:
α) Πάνω σε ποια βάση στηρίζουμε τη δικαίωσή μας μπροστά στο Θεό;
β) Πάνω σε ποια βάση πιστεύουμε ότι θα δικαιωθούμε από τον Θεό;
γ) Ποιο είναι το μέσο για να πάμε στον Πατέρα;
δ) Ποιο είναι το αντικείμενο και το περιεχόμενο της πίστης μας;

ΙΙ. Ρωμαίους 4:1-3
Η περικοπή στην επιστολή προς Ρωμαίους 4:1-3 είναι το άλλο σημείο στην Κ. Διαθήκη, όπου έχουμε το Γένεση 15:6 να επαναλαμβάνεται (αν και επαναλαμβάνεται και στο 4:9 και 4:22). Στο συγκεκριμένο σημείο της προς Ρωμαίους ο απόστολος Παύλος ασχολείται με το θέμα της καύχησης και χρησιμοποιεί ως παράδειγμα τον Άβραμ για να ενισχύσει το επιχείρημά του. Ο Παύλος ισχυρίζεται ότι παρά την υψηλή θέση που ο Άβραμ κατείχε στη σκέψη και την αντίληψη των Εβραίων, σε σημείο που να θεωρείται ο κατεξοχήν Πατριάρχης και η κορυφαία φυσιογνωμία στον πίνακα των ανθρώπων της πίστης, ωστόσο η πραγματικότητα είναι ότι ο Άβραμ δεν ήταν τόσο μεγάλος μπροστά στον Θεό. Η αλήθεια είναι ότι ο Άβραμ δεν ήταν καθόλου μεγάλος μπροστά στον Θεό. Συνεπώς, δεν διέφερε σε αξία από κανέναν άλλον. Γι’ αυτόν το λόγο ο απόστολος Παύλος ισχυρίζεται ότι η λύτρωση του Άβραμ δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας αγίας ιδιότητας που ο ίδιος κατείχε, ή ίδιας χάρης, ή κάποιου έργου που έκανε, ή που στο μέλλον θα έκανε.
Σε μια τέτοια περίπτωση ο Άβραμ θα είχε κάθε λόγο να καυχιέται ότι πίστεψε στο Λόγο του Θεού με δική του αξία και πρωτοβουλία. Αλλά ο Λόγος του Θεού λέει το αντίθετο: «Τι θα πούμε, λοιπόν, ότι απόλαυσε ο Αβραάμ, ο πατέρας μας κατά τη σάρκα; Επειδή, αν ο Αβραάμ ανακηρύχθηκε δίκαιος από τα έργα του, έχει καύχημα, όχι, όμως, μπροστά στον Θεό. Επειδή, τι λέει η Γραφή: Και πίστεψε ο Αβραάμ στον Θεό, και λογαριάστηκε σ’ αυτόν για δικαιοσύνη» (Ρωμ.4:1-3).
Ο Παύλος ισχυρίζεται ότι ακόμα κι αν ο Άβραμ είχε κάτι για να καυχηθεί και ανθρωπίνως θα είχε πολλά, αυτή όμως θα ήταν μια έωλη καύχηση., διότι θα είχε αξία μόνο για τους ανθρώπους κι όχι για τον Θεό. Ο Άβραμ δεν μπορεί να καυχηθεί για τίποτε παρά το ότι είναι Πατριάρχης. Ο προφήτης Ησαΐας μιλάει για όλους τους ανθρώπους: «...όλη η δικαιοσύνη μας είναι σαν ρυπαρό ιμάτιο» (Ησα.64:6).

Ο Θεός μισεί την καύχηση για τρεις λόγους:

Α. Ο εγωισμός είναι η αιτία της καύχησης
Αυτήν την αλήθεια την διαπιστώνουμε στο σκεπτικό της πρώτης αμαρτίας που δεν ήταν η αμαρτία του Αδάμ, αλλά του Εωσφόρου: «Εσύ έλεγες στην καρδιά σου: Θα ανέβω στον ουρανό, θα υψώσω τον θρόνο μου πιο πάνω από τα άστρα του Θεού. Θα καθήσω επάνω στο βουνό της σύναξης, προς τα μέρη του βορρά. Θα ανέβω επάνω στα ύψη των συννέφων. Θα είμαι όμοιος με τον Ύψιστο» (Ησα.14:13-14).

Β. Η καύχηση είναι εντελώς αδικαιολόγητη και ατελέσφορη μπροστά στον Θεό
Αυτό ακριβώς λέει ο Παύλος στην προς Ρωμαίους 4:1-3. Η προς Ρωμαίους είναι η επιστολή όπου ο Παύλος περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη επιστολή μιλάει αρνητικά για την καύχηση:
α) «Ψιθυριστές, κατάλαλοι, με μίισος για τον Θεό, υβριστές, υπερήφανοι, αλαζόνες, εφευρέτες κακών, απειθείς στους γονείς» (1:30).
β) Στο 1ο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους ο Παύλος αποκαλύπτει τις αμαρτίες των απίστων εθνικών, ανάμεσα στις οποίες ήταν και η καύχηση. Στη συνέχεια, στο 2ο κεφάλαιο έρχεται και μιλάει για τις αμαρτίες των Ιουδαίων, των θρησκευόμενων ανθρώπων της εποχής του, που είχαν κάθε λόγο να στέκονται μπροστά στους ανθρώπους και να καυχιόνται για τη θρησκεία τους και την πνευματικότητά τους. Ωστόσο, ο Παύλος τους εγκαλεί πάνω στο θέμα της καύχησης: «Να, εσύ ονομάζεσαι Ιουδαίος, και επαναπαύεσαι στον νόμο και καυχιέσαι στον Θεό, και γνωρίσεις το θέλημά του, και διακρίνεις τα όσα διαφέρουν, καθώς διδάσκεσαι από το νόμο. Και έχεις πεποίθηση στον εαυτό σου, ότι είσαι οδηγός των τυφλών, φως εκείνων που είναι μέσα στο σκοτάδι, παιδαγωγός των αφρόνων, δάσκαλος των νηπίων, έχοντας τον τύπο της γνώσης και της αλήθειας, που είναι μέσα στο νόμο. Εσύ, λοιπόν, που διδάσκεις τον άλλον, δεν διδάσκεις τον εαυτό σου; Εσύ που κηρύττεις να μην κλέβουν, κλέβεις; Εσύ που λες να μη μοιχεύουν, μοιχεύεις; Εσύ που αηδιάζεις για τα είδωλα, διαπράττεις ιεροσυλία; Εσύ που καυχιέσαι στο νόμο, ατιμάζεις τον Θεό με την παράβαση του νόμου; Επειδή, όπως είναι γραμμένο, το όνομα του Θεού εξαιτίας σας δυσφημείται ανάμεσα στα έθνη» (Ρωμ.2:17-24).
γ) «Που είναι, λοιπόν, η καύχηση; Κλείστηκε έξω. Με ποιο νόμο; Των έργων; Όχι, αλλά με το νόμο της πίστης. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι ο άνθρωπος ανακηρύσσεται δίκαιος διαμέσου της πίστης, χωρίς τα έργα του νόμου. Ή, μήπως, μόνον των Ιουδαίων είναι ο Θεός; Όχι δε και των εθνικών; Ναι, και των εθνικών» (Ρωμ.3:27-29).
δ) «Μη καυχιέσαι σε βάρος των κλάδων. Αν, όμως, καυχιέσαι σε βάρος τους, εσύ δεν βαστάζεις τη ρίζα, αλλά η ρίζα εσένα» (Ρωμ.11:18).
ε) «Έχω, λοιπόν καύχηση στον Ιησού Χριστό για όσα έχουν σχέση με τον Θεό. Επειδή, δε θα τολμήσω να πω κάτι από εκείνα που ο Χριστός δεν έκανε διαμέσου εμού, για υπακοή των εθνών, με λόγο και με έργο» (Ρωμ.15:17-18).
ς) Και στην Α' προς Κορινθίους θα έγραφε: «Επειδή, αδελφοί, βλέπετε την πρόσκλησή σας, ότι είστε, κατά σάρκα, όχι πολλοί σοφοί, όχι πολλοί δυνατοί, όχι πολλοί ευγενείς. Αλλά ο Θεός διάλεξε τα μωρά του κόσμου, για να καταντροπιάσει τους σοφούς. Και τα ασθενή του κόσμου διάλεξε ο Θεός για να καταντροπιάσει τα ισχυρά. Και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα διάλεξε ο Θεός, και εκείνα που θεωρούνται για τίποτε, για να καταργήσει αυτοά που θεωρούνται κάτι. Για να μη καυχηθεί καμιά σάρκα μπροστά του. Αλλά εσείς είστε από αυτόν εν Χριστώ Ιησού, που έγινε σε μας σοφία από τον Θεό, και δικαιοσύνη και αγιασμός και απολύτρωση. Ώστε, όπως είναι γραμένο: Εκείνος που καυχιέται, στον Κύριο ας καυχιέται» (Α' Κορ.1:26-31).

Γ. Η καύχηση είναι επικίνδυνη
Είναι επικίνδυνη γιατί εμποδίζει τον άνθρωπο να ταπεινωθεί, να μετανοήσει και να εκζητήσει τη χάρη του Θεού. Το παράδειγμα της Παραβολής του Φαρισαίου και του Τελώνη είναι κλασικό. Η ιστορία του Χάλκινου Φιδιού είναι αποκαλυπτική του ανθρώπου που προσεγγίζει τη σωτηρία μέσα από τα δικά του θρησκευτικά πλαίσια, ενώ αρνείται να δεχθεί τον τρόπο του Θεού.
Στη διάρκεια του ταξιδιού από την Αίγυπτο στη Γη της Επαγγελίας, ο λαός Ισραήλ πολλές φορές γόγγυξε εναντίον του Θεού και του Μωυσή που τους έβγαλαν από την Αίγυπτο. Σε μια τέτοια περίπτωση ο Θεός στέλνει δηλητηριώδη φίδια με αποτέλεσμα ο λαός να αναγνωρίσει την αμαρτία του και να μετανοήσει, παρακαλώντας τον Μωυσή να μιλήσει στον Θεό ώστε να σταματήσει το κακό.
Ο Μωυσής πράγματι παρακαλεί τον Θεό κι Εκείνος υποδεικνύει ίσως τον πιο παράξενο τρόπο θεραπείας. Όμως, ο Θεός δεν λέει στον Μωυσή να πει στον λαό:
α) Να κατασκευάσουν κάποιο φαρμακευτικό σκεύασμα (κάτι ανάλογο με τη δημιουργία των θρησκειών)
β) Να μεταρρυθμιστούν ως κοινωνία (όπως η προσπάθεια των ανθρώπων με την ηθική)
γ) Να οργανωθούν σε συνδικάτα ή κάποιας άλλης μορφής οργανώσεις
δ) Να προσευχηθούν (η σωτηρία είναι το αποτέλεσμα της πίστης, όχι της προσευχής, του διαλογισμού ή της ασκητικής)
ε) Να πάρουν κάποιο κομμάτι από το χάλκινο φίδι ή από τον στύλο πάνω στον οποίον ήταν καρφωμένο και να το προσκυνήσουν ή να το βάλουν στη σημείο που το φίδι τους τσίμπησε, ή να το βάλλουν κάτω από το μαξιλάρι τους, κλπ.

Το κείμενο του Αρχιμανδρίτη Αεράκη, που ακολουθεί, είναι αποκαλυπτικό:

Με τρίχες ασχολούμαστε;
Ο βασιλιάς Εζεκίας στην Π. Διαθήκη θεωρείται γνήσιος απόγονος του Δαβίδ: «Εποίησε το ευθές εν οφθαλμοίς Κυρίου κατά πάντα, όσα εποίησε Δαβίδ» (Β' Βασ.18:3). Τον αναφέρουμε εδώ για τον αγώνα του εναντίον της θρησκευτικής αγυρτείας. Κανένα μεταμορφωτικό και σωτήριο έργο για την οικοδομή του λαού, δεν γίνεται χωρίς αντιδράσεις. Ποιων;
α) Εκείνων, που έχουν συμφέρον, γιατί χαλάει τη δουλειά, το θρησκευτικό τους μαγαζάκι (Πράξ.16:16)
β) Εκείνων, που η συνήθεια τους κρατάει κολλημένους σε κατεστημένα και κάθε αγία επιστροφή θεωρείται εκτροπή από την παράδοση.
γ) Εκείνων, που ταυτίζουν το αιώνιο με το πρόσκαιρο, τον Θεό με το έθνος ή με τη γλώσσα ή με τα ήθη.

Ο Εζεκίας κατέστρεψε στήλες, που είχαν γίνει λατρευόμενα είδωλα.
α) Βρήκε και το χάλκινο φίδι του μεγάλου Μωυσή (Αριθ.21:5-10). Θύμιζε τη θαυμαστή σωτηρία του λαού από τα φαρμακερά φίδια. Με το πέρασμα των ετών όμως και εξ επιδράσεως ειδωλολατρών είχε καταντήσει αντικείμενο ειδωλολατρίας. Αντί να λατρεύουν τον Κτίστη, λάτρευαν το κτίσμα. Λάτρευαν το χάλκινο φίδι, το προσκυνούσαν, το θύμιαζαν.
β) Ο Εζεκίας μετέβη επί τόπου και το έσπασε, το κονιορτοποίησε (Β' Βασ.18:3-5). Το κατέστρεψε, κατ’ εντολή του Θεού, για το καλό του λαού και για τη δόξα του Θεού.
γ) Αργότερα ο Κύριος θα τιμούσε το χάλκινο φίδι, στην αναφορά του (Ιωάν.3:14) κατά το νυκτερινό μάθημα στον Νικόδημο. Το παρουσίασε ως τύπο του σταυρικού Του θανάτου. Άλλο όμως σύμβολο λατρείας και άλλο προφητικός τύπος. Το ένα είναι ειδωλολατρία, το άλλο προδρομικό σημείο. Διαφέρουν όσο διαφέρει ο ουρανός από τη γη. Και τώρα αντιγράφουμε από αφίσα σε μεγάλο Ναό μεγάλης πόλης: «Θα τελεστούν εκδηλώσεις, με τη συμμετοχή του Μητροπολίτου μας, επί τη ελεύσει των Αχράντων Παθών του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αυτά είναι: τεμάχιο από τον ακάνθινο στέφανο, τεμάχιο από την ιερά χλαμύδα, τεμάχιο από τον ιερό σπόγγο, τεμάχιο από το μάρμαρο, λαξευμένο, από τον πανάγιο Τάφο και πλεξίδα από τα μαλλιά του τιμίου Προδρόμου».
δ) Είμαστε βέβαιοι, ότι η Ιερά Σύνοδος θα επέμβει.
ε) Αλλοίμονο, αν ασχολούμαστε με... τρίχες (της «πλεξίδας» του Προδρόμου), και δεν ασχολούμαστε με το κήρυγμα του Προδρόμου.
ς) Αλλοίμονο, αν υποκαταστήσουμε τα Πάθη του «υπέρ ημών παθόντος και σταυρωθέντος Κυρίου», με κομματάκι από το σφουγγάρι του ξυδιού. Ο Χριστός σπογγίζει τα δάκρυα των πονεμένων και πλένει τις αμαρτίες των μετανοούντων με το σπόγγο της αγάπης Του, ποτισμένο στο πανάγιο Αίμα Του. Ο Χριστός κάνει σεισμό στις σκληρές σαν την πέτρα καρδιές, όπως έσεισε τα βράχια του Γολγοθά.
ζ) Αν μερικοί κληρικοί δεν αρκούνται στο Αίμα της Κ. Διαθήκης και «αργυρίων χάριν» προβάλλουν τρίχες και πέτρες, τότε κάποιος Εζεκίας χρειάζεται. Δεν έχουμε ανάγκη από αγύρτες. Έχουμε ανάγκη από αγίους.[1]

Τίποτα και κανένα από τα ανθρωπίνως πιθανά σενάρια δεν πρότεινε ο Θεός. Το μόνο που είπε στον Μωυσή να κάνουν, όσοι δέχονταν το θανατηφόρο τσίμπημα του φιδιού, ήταν να κοιτάξουν με πίστη στο Χάλκινο Φίδι και θα σώζονταν: «Ο Μωυσής δεήθηκε για τον λαό. Και ο Κύριος είπε στον Μωυσή: Φτιάξε για τον εαυτό σου ένα χάλκινο φίδι και βάλε το επάνω σ’ ένα ξύλο. Και καθένας που θα δαγκωθεί, και κοιτάζει σ’ αυτό, θα ζήσει. Και ο Μωυσής έκανε ένα χάλκινο φίδι και το έβαλε πάνω σ’ ένα ξύλο. Και αν ένα φίδι δάγκωνε κάποιον, αυτός, κοιτάζοντας το χάλκινο φίδι, ζούσε» (Αριθ.21:7-9).
Με τον λυτρωτικό τρόπο του Θεού κανένας δεν μπορούσε να καυχηθεί για τη σωτηρία του. Αυτή ήταν, κυριολεκτικώς, δώρο του Θεού στον ανάξιο άνθρωπο.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με μας, με την αμαρτία μας και με τη δωρεά του Κυρίου. Στη συζήτηση με τον Νικόδημο, ο Κύριος αναφέρθηκε στην ιστορία του Χάλκινου Φιδιού. Ο ίδιος είπε: «Και όπως ο Μωυσής ύψωσε το φίδι μέσα στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, για να μη χαθεί καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν, αλλά να έχει αιώνια ζωή» (Ιωάν.3:14-15).
Η μοναδική αιτία που εμποδίζει τον αμαρτωλό να κοιτάξει με πίστη στον Σταυρωμένο Ιησού Χριστό και να σωθεί από τη δηλητηριώδη αμαρτία, είναι ο εγωισμός του και η καύχησή του: στον εαυτό του, στην ηθική του, στην εθνικότητά του, στα έργα του, στη θρησκεία του, στις αντιλήψεις του.
Ο Άβραμ δείχνει τον τρόπο της σωτηρίας, καθώς άκουσε τη φωνή του Θεού, παραιτήθηκε από ό,τι ήταν δικό του και στο οποίο μπορούσε να καυχηθεί, και πίστεψε στο ευαγγέλιο κοιτάζοντας με τα μάτια της πίστης στον ερχόμενο για τον ίδιο και Σταυρωμένο για εμάς, Σωτήρα Ιησού Χριστό.
Μπορεί η δικιά σου πίστη να σου λογαριαστεί σε δικαιοσύνη από τον Θεό. Εξαρτάται από το περιεχόμενό της.
του Μελετίου Β. Μελετιάδη

Υποσημείωση:
Αρχιμανδρίτη Δ. Αεράκη (περιοδικό «Ιωάννης ο Βαπτιστής», Ιούνιος 2011, http://www.neakaipalaia.blogspot.com/).

Δεν υπάρχουν σχόλια: