Ο Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
«Επειδή, από σας ο λόγος του Κυρίου διασαλπίστηκε, όχι μονάχα στη Μακεδονία και στην Αχαΐα, αλλά η φήμη της πίστης σας προς τον Θεό έφτασε και σε κάθε τόπο...» (Α' Θεσ.1:8).
Σύμφωνα με την περιγραφή του Εβραίου ιστορικού Ιώσηπου, όταν ο Μ. Αλέξανδρος μπήκε χωρίς σοβαρά εμπόδια στην Ιερουσαλήμ, το 332 π.Χ., τον υποδέχτηκε το ιουδαϊκό ιερατείο με επικεφαλής τον Αρχιερέα με την υακίνθινη και διάχρυση στολή του. Αφού τον καλωσόρισαν εγκάρδια σαν ελευθερωτή από τα δεσμά των Μήδων και Περσών, του έδειξαν το βιβλίο του προφήτη Δανιήλ και του διάβασαν τις περικοπές που αφορούσαν τις κατακτήσεις του και ιδιαίτερα τη συντριβή της Περσικής αυτοκρατορίας. Αφού τους άκουσε με πολλή προσοχή και ευγένεια, τους ευχαρίστησε για τη φιλική τους και εγκάρδια υποδοχή που του επιφύλαξαν και για τις προφητείες που διάβασαν από το βιβλίο του προφήτη Δανιήλ. Τότε, κατά την παράδοση, ζήτησε από τους σοφούς, που τον ακολουθούσαν, να μεταφράσουν όλα τα βιβλία των ιερών Γραφών στην ελληνική γλώσσα. Αλλά, δεν ευτύχησε να δει τις Γραφές μεταφρασμένες στα ελληνικά, γιατί πέθανε νέος. Όμως, ο γιος του διαδόχου του, ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος Β', ξεκίνησε τη μετάφραση των ιερών κειμένων των Γραφών, το 285 π.Χ., με τους εβδομήντα δύο σοφούς Εβραίους Ελληνιστές. Το έργο της μετάφρασης ολοκληρώθηκε μετά από εκατό περίπου χρόνια και είναι η λεγόμενη μετάφραση των Εβδομήκοντα ή Ο'.
ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΔΑΝΙΗΛ
Ο προφήτης Δανιήλ ήταν ένας από τους αιχμάλωτους του Ναβουχοδονόσωρ, της πανίσχυρης τότε Βαβυλωνιακής αυτοκρατορίας. Η αιχμαλωσία έγινε το 606 π.Χ., κατά την πρώτη εκστρατεία, όταν βασιλιάς του Ιούδα ήταν ο Ιωακείμ (Β' Βασ.24:1, Δαν.1:1-6). Μετά την πτώση της αυτοκρατορίας αυτής από τους Μήδους και Πέρσες, ο Δανιήλ με άλλους διακεκριμένους συμπατριώτες του μεταφέρθηκαν στο παλάτι των Μήδων και Περσών. Εκεί κατέλαβε μια από τις πιο υψηλές θέσεις και έγινε έγινε ένας από τρεις προέδρους που ήταν πάνω από τους 120 σατράπες του βασιλείου κι ο τρίτος άρχοντας της αυτοκρατορίας (Δαν.5:29, 6:3). Αν και κατείχε τόσο μεγάλη θέση, η επιθυμία του ήταν ο λαός του να επιστρέψει πίσω στη γη των πατέρων του. Γι’ αυτό προσευχόταν συνέχεια στον Θεό που λάτρευε, για να εκπληρωθεί η προφητεία του (25:11-12), ώστε οι αιχμάλωτοι συμπατριώτες του να επιστρέψουν στη γη τους, στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ.
Ο Θεός άκουσε τις προσευχές του και του απάντησε με διάφορες οράσεις. Ανάμεσα σ’ αυτές, του έδειξε όλη την πορεία της ιστορίας, που ανάμεσα στα άλλα αφορούσε και τον Έλληνα Μακεδόνα, τον Μ. Αλέξανδρο, ο οποίος άλλαξε την πορεία της ιστορίας τού τότε γνωστού κόσμου.
Οι προφητείες έχουν ως εξής:
«Κι ενώ εγώ σκεπτόμουν, να, ένας τράγος ερχόταν από τη δύση επάνω στο πρόσωπο ολόκληρης της γης και δεν άγγιζε το έδαφος. Και ο τράγος είχε ένα κέρας περίβλεπτο ανάμεσα στα μάτια του» (Δαν.8:5). Στο κεφάλαιο 8:21, ο προφήτης αναφέρει ποιος θα ήταν αυτός ο τράγος που θα ερχόταν από τη Δύση: «Και ο τριχωτός τράγος είναι ο βασιλιάς της Ελλάδας, και το μεγάλο κέρας, που είναι ανάμεσα στα μάτια του, αυτός είναι ο πρώτος βασιλιάς». Επίσης, σε μια άλλη προφητεία του, ο Δανιήλ μας πληροφορεί: «Και αφού κραταιωθεί μέσα στον πλούτο του (ο βασιλιάς της Περσίας), θα διεγείρει το παν ενάντια στο βασίλειο της Ελλάδας. Θα σηκωθεί ένας δυνατός βασιλιάς και θα εξουσιάζει με μεγάλη δύναμη και θα κάνει σύμφωνα με τη θέλησή του» (11:2-3).
Έτσι μαθαίνουμε από αυτές τις προφητείες, ότι ο τριχωτός τράγος που θα ερχόταν από τη Δύση, θα ήταν βασιλιάς της Ελλάδας. Όπως είναι γνωστό από την ιστορία, σύμφωνα με τις προφητείες αυτές, ο Μ. Αλέξανδρος, ο Μακεδόνας βασιλιάς της Ελλάδας, με τις ανίκητες μακεδονικές φάλαγγες που έφεραν σάρισες, με το ένδοξο ιππικό και το γενναίο πεζικό του, πράγματι στο πέρασμά του συνέτριβε και καταπατούσε τους εχθρούς του στη μεγάλη του αυτή εκστρατεία.
Στη συνέχεια διαβάζουμε στο βιβλίο του Δανιήλ ότι: «συντρίφτηκε και ανέβηκαν τέσσερις αντί αυτού, σημαίνει ότι τέσσερα βασίλεια θα σηκωθούν από το έθνος αυτό, όχι, όμως, σύμφωνα με τη δική του δύναμη» (8:22). Όπως ξέρουμε από την ιστορία, μετά το θάνατο του μεγάλου στρατηλάτη, τη Μακεδονική αυτοκρατορία τη διαμοιράστηκαν οι τέσσερις στρατηγοί του, που ήταν Έλληνες Μακεδόνες: ο Κάσσανδρος την Ελλάδα, ο Λυσίμαχος τη Μ. Ασία, ο Σέλευκος την Ασία και ο Πτολεμαίος την Αίγυπτο.
Στο βιβλίο των Μακκαβαίων διαβάζουμε ότι «ο Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, γιος του βασιλιά Φιλίππου... έγινε βασιλιάς στη θέση του Δαρείου, όπως βασίλευε ήδη και στην Ελλάδα» (Α' Μακκ.1:1). Επίσης, στο ίδιο βιβλίο διαβάζουμε ότι «ο Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, γιος του Φιλίππου, ο βασιλιάς που βασίλεψε πρώτος στους Έλληνες» (Α' Μακκ.6:2). Έτσι λοιπόν μαθαίνουμε ότι ο Μ. Αλέξανδρος, ο Μακεδόνας, ήταν βασιλιάς ολόκληρης της Ελλάδας (βόρειας και νότιας).
Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΑΥΛΟΣ
Μελετώντας την Κ. Διαθήκη, βρίσκουμε πολλές πληροφορίες για την ελληνικότητα της Μακεδονίας και για τους κατοίκους της, που ήταν και είναι Έλληνες από την αρχαιότητα.
Τις πρώτες πληροφορίες τις παίρνουμε από το βιβλίο των Πράξεων των αποστόλων, του οποίου συγγραφέας είναι ο Λουκάς, ο Έλληνας γιατρός και συνοδοιπόρος του απόστολου Παύλου.
Σ’ ένα από τα ταξίδια του στην Ασία, ο απόστολος Παύλος, μαζί με την ομάδα του, θέλησε να επισκεφτεί τη Βιθυνία στον Πόντο, «όμως, δεν τους άφησε το Πνεύμα», αναφέρει ο Λουκάς. Έτσι αναγκάστηκαν να κατέβουν στην Τρωάδα. Εκεί, ο Παύλος είδε ένα όραμα τη νύχτα: «Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Μακεδονία και βοήθησέ μας» (Πράξ,16:6-10).
Η ερώτηση είναι: Σε ποια γλώσσα μίλησε ο Μακεδόνας στον Παύλο; Όχι βέβαια στη σλαβική, εφόσον τότε δεν υπήρχε στην περιοχή της Μακεδονίας τέτοια γλώσσα, αλλά ούτε και ο Παύλος γνώριζε τέτοια γλώσσα. Αυτό που γνωρίζουμε από την Κ. Διαθήκη είναι ότι ο Παύλος μιλούσε πολλές γλώσσες, μεταξύ αυτών και την ελληνική, γνώριζε τον πολιτισμό, και τους μεγάλους ποιητές των Ελλήνων (Πράξ.17:28), αλλά δεν αναφέρεται πουθενά ότι μιλούσε τη σλαβική, άγνωστη τότε γλώσσα στην περιοχή αυτή. Άρα, ο Μακεδόνας στο όραμα μίλησε στον Παύλο στην ελληνική γλώσσα που γνώριζε και που διέδωσε ο Μ. Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του στον τότε γνωστό κόσμο.
Μετά το όραμα αυτό, ο Παύλος και η ομάδα του ξεκίνησαν για τη Μακεδονία και μέσω της Σαμοθράκης και της Νεάπολης (σημερινής Καβάλας) έφτασαν δια της Εγνατίας οδού στους Φιλίππους «που είναι η πρώτη πόλη εκείνου του μέρους της Μακεδονίας, Ρωμαϊκή αποικία», αναφέρει ο Λουκάς (Πράξ.16:11-12).
ΟΙ ΦΙΛΙΠΠΟΙ
Η Νεάπολη, η σημερινή Καβάλα, ήταν ένα μικρό χωριό ψαράδων, το λιμάνι των Φιλίππων. Οι Φίλιπποι πήραν το όνομά τους από τον Φίλιππο Β', τον πατέρα του Μ. Αλεξάνδρου. Προηγουμένως ονομάζονταν Κρηνίδες, εξαιτίας των πολλών και άφθονων νερών που υπήρχαν και υπάρχουν στην περιοχή αυτή. Την πόλη αυτή την ίδρυσαν οι Αθηναίοι που βρίσκονταν εξόριστοι στη Θάσο, οι οποίοι με μερικούς κατοίκους του νησιού ήρθαν στις Κρηνίδες και έκτισαν την πόλη αυτή με το όνομα αυτό δίπλα στις παλιές Κρηνίδες. Μεταξύ άλλων, στην περιοχή αυτή υπήρχαν πλούσια μεταλλεύματα χρυσού, άφθονα νερά, εύφορες πεδιάδες και άφθονη πέτρα για να χτίσουν την πόλη τους. Οι πρώτοι κάτοικοι της πόλης αυτής, λοιπόν, ήταν Έλληνες που μιλούσαν ελληνικά. Αργότερα, εποικίστηκε και από άλλους Έλληνες Μακεδόνες, από Εβραίους και από Ρωμαίους κατακτητές. Επειδή όμως η γλώσσα των πρώτων κατοίκων ήταν η ελληνική, όλοι όσοι ήρθαν αργότερα, έμαθαν και μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Αυτό συνάγεται από το ότι ο Παύλος και οι σύντροφοί του κήρυξαν στην ελληνική γλώσσα και όταν έγραψε την επιστολή προς τους Φιλιππησίους, την έγραψε στην ελληνική, γιατί οι παραλήπτες της ήξεραν μόνον ελληνικά.
Στη φυλακή των Φιλίππων, ο Παύλος και οι σύντροφοί του υμνούσαν τον Θεό στα ελληνικά, για να ακούνε την υμνωδία και οι άλλοι φυλακισμένοι. Ο δεσμοφύλακας της φυλακής μίλησε στον Παύλο και στους συντρόφους του στα ελληνικά: «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;». Η απάντηση του Παύλου ήταν στη γλώσσα του: «Πίστεψε στον Κύριο Ιησού Χριστό και θα σωθείς, εσύ και η οικογένειά σου» (Πράξ.16:29-31). Όσοι διαβάζουν την Αγία Γραφή ξέρουν την ιστορία αυτού του επεισοδίου.
Ένας άλλος λόγος που οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες, είναι ότι οι επώνυμοι της Εκκλησίας αυτής των Φιλίππων είχαν ονόματα ελληνικά: Ευωδία, Συντύχη, Επαφρόδιτος και Κλήμης (Φιλιπ.2:4, 4:2-3,18). Οι Φιλιππήσιοι αυτοί ήταν συνεργάτες του Παύλου, και είναι ονόματα που δείχνουν την ελληνικότητα των κατοίκων της πόλης αυτής.
Μετά την αποφυλάκιση του Παύλου και του Σίλα, οι Ρωμαίοι στρατηγοί της πόλης τους «παρακαλούσαν να αναχωρήσουν από την πόλη. Και εκείνοι, όταν βγήκαν από τη φυλακή, πήγαν στο σπίτι της Λυδίας και αφού είδαν τους αδελφούς, τους παρηγόρησαν και αναχώρησαν» (Πράξ.16:35-40). Σε ποια γλώσσα μίλησαν οι Ρωμαίοι στον Παύλο; Είμαι βέβαιος ότι η συνομιλία τους έγινε στην ελληνική γλώσσα.
Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Μετά από τους Φιλίππους, ο Παύλος και η ομάδα του, ακολουθώντας την Εγνατία οδό, πέρασαν από ελληνικές πόλεις με ελληνικά ονόματα και ελληνικούς πληθυσμούς, την Αμφίπολη και την Απολλωνία. Φαίνεται, ότι επειδή δεν υπήρχαν εβραϊκοί πληθυσμοί με συναγωγές, δεν έμειναν σ’ αυτές τις τόσο ξακουστές και ιστορικές πόλεις. Μέσω αυτών των πόλεων έφτασαν στη Θεσσαλονίκη, την πρωτεύουσα της ελληνικής Μακεδονίας. Η πόλη αυτή έχει το όνομα της αδελφής του Μ. Αλεξάνδρου. Εκεί, ο Παύλος και η ομάδα του μπήκαν στη συναγωγή των Ιουδαίων και τρία Σάββατα συζητούσε μαζί τους από τις Γραφές, εξηγώντας και αποδεικνύοντας, ότι ο Χριστός έπρεπε να πάθει και να αναστηθεί από τους νεκρούς και ότι αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός για τον οποίο τους μιλούσε. Και μερικοί από αυτούς πείστηκαν και ενώθηκαν με τον Παύλο και τον Σίλα, και από τους θεοσεβείς Έλληνες ένα μεγάλο πλήθος και πολλές από τις πρώτες γυναίκες (Πράξ.17:1-4).
Ποιοι ήταν αυτοί που πίστεψαν και ενώθηκαν με την ομάδα του Παύλου; Φαίνεται, από το «και από αυτούς», ότι αυτοί που πίστεψαν στον Ιησού Χριστό ήταν Ιουδαίοι, ένα μεγάλο πλήθος από τους θεοσεβείς Έλληνες, προσήλυτους στον μονοθεϊσμό του Ιουδαϊσμού και πλούσιες Ελληνίδες γυναίκες της άρχουσας τάξης της πόλης και πολλοί ειδωλολάτρες Έλληνες, όπως μαθαίνουμε από την Α' προς Θεσσαλονικείς επιστολή του Παύλου «πώς επιστρέψατε στον Θεό από τα είδωλα» (Α' Θεσ.1:9). Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι αυτοί που πίστεψαν στον Ιησού Χριστό ήταν Ιουδαίοι και Έλληνες που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και γι’ αυτό τους μίλησε στην ελληνική και όχι σε κάποια άλλη γλώσσα. Επίσης, όπως ξέρουμε, τις δύο επιστολές που έγραψε ο Παύλος, τις έγραψε στην ελληνική γλώσσα, γιατί οι παραλήπτες αυτών των επιστολών, αυτή τη γλώσσα ήξεραν, μιλούσαν και μπορούσαν να διαβάσουν και να καταλάβουν αυτά που τους έγραφε ο Παύλος.
Από τη δεύτερη αυτή ευρωπαϊκή μακεδονική εκκλησία, τρεις επιφανείς Έλληνες ενώθηκαν στην ομάδα του Παύλου και τον ακολούθησαν σε πολλά ταξίδια του. Ήταν ο Αρίσταρχος, ο Σεκούνδος και ο Γάιος. Μόνον ο Σεκούνδος είχε λατινικό όνομα, αλλά με ελληνική καταγωγή. Την πληροφορία αυτή μας τη δίνει ο Λουκάς στις Πράξεις: «Μαζί του, μάλιστα, ακολουθούσε... από τους Θεσσαλονικείς ο Αρίσταρχος και ο Σεκούνδος και ο Γάιος» (20:4). Αλλού, ο Λουκάς μας πληροφορεί ότι «άρπαξαν μαζί τον Γάιο και τον Αρίσταρχο, τους Μακεδόνες, συνοδοιπόρους του Παύλου» (19:29). Το επεισόδιο αυτό έγινε στην Έφεσο, όταν κάποιος αργυροχόος ονόματι Δημήτριος, που κατασκεύαζε αγαλματίδια της θεάς Άρτεμης, ξεσήκωσε τους Εφεσίους εναντίον του Παύλου, γιατί ζημίωνε τα κέρδη του από τη δουλειά του, όταν άρχισαν πολλοί να πιστεύουν στον Ιησού και εγκατέλειπαν την ειδωλολατρία (Πράξεις 19:23-29). Βλέπουμε, λοιπόν, ότι τα τρία διακεκριμένα πρόσωπα, συνοδοιπόροι του Παύλου, να είναι Έλληνες Μακεδόνες από τη Θεσσαλονίκη με ελληνικά ονόματα.
Εκτός από τα τρία αυτά άτομα, που αναφέραμε και ενώθηκαν με την ομάδα του Παύλου, ήταν και ο Ιάσων, στο σπίτι του οποίου κατέφυγε ο Παύλος, όταν ξεσηκώθηκε εναντίον του διωγμός από μερικούς φανατικούς Ιουδαίους. Φαίνεται ότι ήταν σημαντικό πρόσωπο στην κοινωνία της Θεσσαλονίκης, στο σπίτι του οποίου μπορούσαν να βρουν προστασία.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Λουκά, οι Ιουδαίοι που δεν πείθονταν, μαζί με μερικούς κακούς και χυδαίους ανθρώπους όρμησαν στο σπίτι του Ιάσονα για να συλλάβουν τον Παύλο μαζί με τους συνεργάτες του και να τους δικάσουν μπροστά στους πολιτάρχες. Και αφού δεν βρήκαν τον Παύλο, πιάσανε τον Ιάσονα μαζί με μερικούς νέους στην πίστη Χριστιανούς και τους έσυραν στους πολιτάρχες. Εκεί όμως δεν βρήκαν τίποτε εναντίον τους και αφού πήραν εγγύηση, οι πολιτάρχες τους απέλυσαν (Πράξ.17:5-7).
Η ΒΕΡΟΙΑ
Αφού απολύθηκαν με εγγύηση, ο Ιάσων τη νύχτα φυγάδεψε τον Παύλο και την ομάδα του. Μαζί έφυγαν και οι δυο Θεσσαλονικείς, ο Αρίσταρχος και ο Γάιος, επειδή ήξεραν το δρόμο προς τη Βέροια. Μόλις έφτασαν στη Βέροια, ο Παύλος και οι ομάδα του ήρθαν σε επαφή με το ιουδαϊκό στοιχείο. Πήγαν στη συναγωγή, κατά τη συνήθειά τους. Ο Λουκάς αναφέρει ότι Ιουδαίοι στη Βέροια ήταν «ευγενέστεροι από εκείνους στη Θεσσαλονίκη, επειδή δέχτηκαν τον λόγο με κάθε προθυμία, εξετάζοντας καθημερινά τις Γραφές» (Πράξ.17:10-11). Η έκφραση «καθημερινά τις Γραφές» σημαίνει ότι δεν εξέταζαν τις Γραφές στη συναγωγή, αλλά σε ειδικό ανοικτό χώρο. Εκεί μπορούσε ο καθένας να αναπτύξει τις ιδέες και τα πιστεύω του. Την εποχή εκείνη, σχεδόν σε κάθε ελληνική πόλη, υπήρχε η αγορά, με ένα ειδικό βήμα για τον ομιλητή.
Σε ποια γλώσσα εξέταζαν και ερευνούσαν τις Γραφές. Είμαι βέβαιος, στην ελληνική και από τη μετάφραση των Ο'. Επειδή την εποχή εκείνη, οι Εβραίοι αφομοιώθηκαν γλωσσικά με τον ντόπιο πληθυσμό και μιλούσαν επίσημα την ελληνική γλώσσα.
Το αποτέλεσμα των προσπαθειών του Παύλου και των συνεργατών του ήταν: «Πολλοί μεν, λοιπόν, από αυτούς πίστεψαν και από τις επίσημες Ελληνίδες γυναίκες και από τους άνδρες όχι λίγοι» (Πράξ.17:12). Τι σημαίνει η έκφραση «πολλοί από αυτούς πίστεψαν»; Ποιοι ήταν αυτοί; Σίγουρα, από τους Ιουδαίους συνομιλητές, πιθανόν και άλλοι. Επίσης, ήταν και μερικές Ελληνίδες της υψηλής κοινωνίας και πλούσιες και πολλοί Έλληνες. Ο Λουκάς δεν αναφέρει καμιά άλλη εθνότητα, παρά μόνον Έλληνες και Ιουδαίους που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Από αυτή την καινούργια εκκλησία των πιστών στην πόλη της Βέροιας, μαθαίνουμε ότι στην ομάδα του Παύλου προσκολλήθηκε και ακολούθησε ο Σώπατρος ο Βεροιαίος (Πράξ.20:4). Ήταν Έλληνας Μακεδόνας με ελληνικό όνομα, που σημαίνει «σωτήρας του πατέρα».
Από όλη αυτή τα μελέτη μας, συνάγεται το συμπέρασμα ότι την εποχή εκείνη, όπως και σήμερα, η Μακεδονία ήταν ελληνική, με ελληνικούς πληθυσμούς κυρίως, με ελληνική γλώσσα, γράμματα και πολιτισμό και ελληνικές, στην πλειοψηφία, χριστιανικές εκκλησίες. Ήταν και είναι ο ίδιος λαός με τη νότια Ελλάδα, με την ίδια γλώσσα και πολιτισμό, όπως της Αθήνας, της Κορίνθου και της Αχαΐας. Με αυτή τη γλώσσα επικοινωνούσαν οι Έλληνες της Μακεδονίας με τους Έλληνες χριστιανούς της νότιας Ελλάδας (Β' Κορ.8:1-6, 9:1-4, Α' Θεσ.1:7-8).
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σαν Έλληνες Μακεδόνες Χριστιανοί, είμαστε υπερήφανοι, γιατί από αυτά τα μέρη της ελληνικής Μακεδονίας ξεκίνησε ο Μακεδόνας βασιλιάς Μ. Αλέξανδρος, ο οποίος μετέφερε την ελληνική γλώσσα, τα ελληνικά γράμματα, την ελληνική παιδεία, τον ελληνικό πολιτισμό μέχρι τα βάθη της Ασίας. Εκεί διαδόθηκε η ελληνική γλώσσα και στα μέρη της Παλαιστίνης και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου γεννήθηκε ο Χριστός. Με τη γλώσσα αυτή του Μ. Αλεξάνδρου διαδόθηκε η πίστη στον Ιησού Χριστό, σε όλο τον κόσμο και επέστρεψε πίσω με το Ευαγγέλιο της σωτηρίας του Χριστού, εκεί από όπου ξεκίνησε, στην ελληνική Μακεδονία.
Εδώ στην ελληνική Μακεδονία ιδρύθηκαν οι πρώτες ευρωπαϊκές ελληνικές εκκλησίες του Χριστού. Από αυτές τις ελληνικές μακεδονικές εκκλησίες διαδόθηκε το Ευαγγέλιο της σωτηρίας του Χριστού στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Από την πόλη της Θεσσαλονίκης, όπως γράφει ο Παύλος «διασαλπίστηκε ο Λόγος του Κυρίου, όχι μονάχα στη Μακεδονία και στην Αχαΐα, αλλά... και σε κάθε τόπο» (Α' Θεσ.1:8). Σε όλο τον κόσμο, στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Αυστραλία και παντού, όπου διαβάζονται οι τρεις επιστολές του Παύλου (Φιλιππησίους και οι δύο προς Θεσσαλονικείς).
Είμαστε υπερήφανοι, όχι μόνον γιατί είμαστε Έλληνες Μακεδόνες Χριστιανοί, αλλά και γιατί είμαστε ένα κομμάτι από αυτήν την Εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Κηρύττουμε το ίδιο Ευαγγέλιο που κήρυξε ο Παύλος, πιστεύουμε στον ίδιο Σωτήρα, τον Ιησού Χριστό και μελετάμε τις ίδιες επιστολές που μας έγραψε ο απόστολος των εθνών Παύλος.
«Επειδή, από σας ο λόγος του Κυρίου διασαλπίστηκε, όχι μονάχα στη Μακεδονία και στην Αχαΐα, αλλά η φήμη της πίστης σας προς τον Θεό έφτασε και σε κάθε τόπο...» (Α' Θεσ.1:8).
Σύμφωνα με την περιγραφή του Εβραίου ιστορικού Ιώσηπου, όταν ο Μ. Αλέξανδρος μπήκε χωρίς σοβαρά εμπόδια στην Ιερουσαλήμ, το 332 π.Χ., τον υποδέχτηκε το ιουδαϊκό ιερατείο με επικεφαλής τον Αρχιερέα με την υακίνθινη και διάχρυση στολή του. Αφού τον καλωσόρισαν εγκάρδια σαν ελευθερωτή από τα δεσμά των Μήδων και Περσών, του έδειξαν το βιβλίο του προφήτη Δανιήλ και του διάβασαν τις περικοπές που αφορούσαν τις κατακτήσεις του και ιδιαίτερα τη συντριβή της Περσικής αυτοκρατορίας. Αφού τους άκουσε με πολλή προσοχή και ευγένεια, τους ευχαρίστησε για τη φιλική τους και εγκάρδια υποδοχή που του επιφύλαξαν και για τις προφητείες που διάβασαν από το βιβλίο του προφήτη Δανιήλ. Τότε, κατά την παράδοση, ζήτησε από τους σοφούς, που τον ακολουθούσαν, να μεταφράσουν όλα τα βιβλία των ιερών Γραφών στην ελληνική γλώσσα. Αλλά, δεν ευτύχησε να δει τις Γραφές μεταφρασμένες στα ελληνικά, γιατί πέθανε νέος. Όμως, ο γιος του διαδόχου του, ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος Β', ξεκίνησε τη μετάφραση των ιερών κειμένων των Γραφών, το 285 π.Χ., με τους εβδομήντα δύο σοφούς Εβραίους Ελληνιστές. Το έργο της μετάφρασης ολοκληρώθηκε μετά από εκατό περίπου χρόνια και είναι η λεγόμενη μετάφραση των Εβδομήκοντα ή Ο'.
ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΔΑΝΙΗΛ
Ο προφήτης Δανιήλ ήταν ένας από τους αιχμάλωτους του Ναβουχοδονόσωρ, της πανίσχυρης τότε Βαβυλωνιακής αυτοκρατορίας. Η αιχμαλωσία έγινε το 606 π.Χ., κατά την πρώτη εκστρατεία, όταν βασιλιάς του Ιούδα ήταν ο Ιωακείμ (Β' Βασ.24:1, Δαν.1:1-6). Μετά την πτώση της αυτοκρατορίας αυτής από τους Μήδους και Πέρσες, ο Δανιήλ με άλλους διακεκριμένους συμπατριώτες του μεταφέρθηκαν στο παλάτι των Μήδων και Περσών. Εκεί κατέλαβε μια από τις πιο υψηλές θέσεις και έγινε έγινε ένας από τρεις προέδρους που ήταν πάνω από τους 120 σατράπες του βασιλείου κι ο τρίτος άρχοντας της αυτοκρατορίας (Δαν.5:29, 6:3). Αν και κατείχε τόσο μεγάλη θέση, η επιθυμία του ήταν ο λαός του να επιστρέψει πίσω στη γη των πατέρων του. Γι’ αυτό προσευχόταν συνέχεια στον Θεό που λάτρευε, για να εκπληρωθεί η προφητεία του (25:11-12), ώστε οι αιχμάλωτοι συμπατριώτες του να επιστρέψουν στη γη τους, στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ.
Ο Θεός άκουσε τις προσευχές του και του απάντησε με διάφορες οράσεις. Ανάμεσα σ’ αυτές, του έδειξε όλη την πορεία της ιστορίας, που ανάμεσα στα άλλα αφορούσε και τον Έλληνα Μακεδόνα, τον Μ. Αλέξανδρο, ο οποίος άλλαξε την πορεία της ιστορίας τού τότε γνωστού κόσμου.
Οι προφητείες έχουν ως εξής:
«Κι ενώ εγώ σκεπτόμουν, να, ένας τράγος ερχόταν από τη δύση επάνω στο πρόσωπο ολόκληρης της γης και δεν άγγιζε το έδαφος. Και ο τράγος είχε ένα κέρας περίβλεπτο ανάμεσα στα μάτια του» (Δαν.8:5). Στο κεφάλαιο 8:21, ο προφήτης αναφέρει ποιος θα ήταν αυτός ο τράγος που θα ερχόταν από τη Δύση: «Και ο τριχωτός τράγος είναι ο βασιλιάς της Ελλάδας, και το μεγάλο κέρας, που είναι ανάμεσα στα μάτια του, αυτός είναι ο πρώτος βασιλιάς». Επίσης, σε μια άλλη προφητεία του, ο Δανιήλ μας πληροφορεί: «Και αφού κραταιωθεί μέσα στον πλούτο του (ο βασιλιάς της Περσίας), θα διεγείρει το παν ενάντια στο βασίλειο της Ελλάδας. Θα σηκωθεί ένας δυνατός βασιλιάς και θα εξουσιάζει με μεγάλη δύναμη και θα κάνει σύμφωνα με τη θέλησή του» (11:2-3).
Έτσι μαθαίνουμε από αυτές τις προφητείες, ότι ο τριχωτός τράγος που θα ερχόταν από τη Δύση, θα ήταν βασιλιάς της Ελλάδας. Όπως είναι γνωστό από την ιστορία, σύμφωνα με τις προφητείες αυτές, ο Μ. Αλέξανδρος, ο Μακεδόνας βασιλιάς της Ελλάδας, με τις ανίκητες μακεδονικές φάλαγγες που έφεραν σάρισες, με το ένδοξο ιππικό και το γενναίο πεζικό του, πράγματι στο πέρασμά του συνέτριβε και καταπατούσε τους εχθρούς του στη μεγάλη του αυτή εκστρατεία.
Στη συνέχεια διαβάζουμε στο βιβλίο του Δανιήλ ότι: «συντρίφτηκε και ανέβηκαν τέσσερις αντί αυτού, σημαίνει ότι τέσσερα βασίλεια θα σηκωθούν από το έθνος αυτό, όχι, όμως, σύμφωνα με τη δική του δύναμη» (8:22). Όπως ξέρουμε από την ιστορία, μετά το θάνατο του μεγάλου στρατηλάτη, τη Μακεδονική αυτοκρατορία τη διαμοιράστηκαν οι τέσσερις στρατηγοί του, που ήταν Έλληνες Μακεδόνες: ο Κάσσανδρος την Ελλάδα, ο Λυσίμαχος τη Μ. Ασία, ο Σέλευκος την Ασία και ο Πτολεμαίος την Αίγυπτο.
Στο βιβλίο των Μακκαβαίων διαβάζουμε ότι «ο Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, γιος του βασιλιά Φιλίππου... έγινε βασιλιάς στη θέση του Δαρείου, όπως βασίλευε ήδη και στην Ελλάδα» (Α' Μακκ.1:1). Επίσης, στο ίδιο βιβλίο διαβάζουμε ότι «ο Αλέξανδρος ο Μακεδόνας, γιος του Φιλίππου, ο βασιλιάς που βασίλεψε πρώτος στους Έλληνες» (Α' Μακκ.6:2). Έτσι λοιπόν μαθαίνουμε ότι ο Μ. Αλέξανδρος, ο Μακεδόνας, ήταν βασιλιάς ολόκληρης της Ελλάδας (βόρειας και νότιας).
Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΑΥΛΟΣ
Μελετώντας την Κ. Διαθήκη, βρίσκουμε πολλές πληροφορίες για την ελληνικότητα της Μακεδονίας και για τους κατοίκους της, που ήταν και είναι Έλληνες από την αρχαιότητα.
Τις πρώτες πληροφορίες τις παίρνουμε από το βιβλίο των Πράξεων των αποστόλων, του οποίου συγγραφέας είναι ο Λουκάς, ο Έλληνας γιατρός και συνοδοιπόρος του απόστολου Παύλου.
Σ’ ένα από τα ταξίδια του στην Ασία, ο απόστολος Παύλος, μαζί με την ομάδα του, θέλησε να επισκεφτεί τη Βιθυνία στον Πόντο, «όμως, δεν τους άφησε το Πνεύμα», αναφέρει ο Λουκάς. Έτσι αναγκάστηκαν να κατέβουν στην Τρωάδα. Εκεί, ο Παύλος είδε ένα όραμα τη νύχτα: «Ένας άνδρας Μακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Μακεδονία και βοήθησέ μας» (Πράξ,16:6-10).
Η ερώτηση είναι: Σε ποια γλώσσα μίλησε ο Μακεδόνας στον Παύλο; Όχι βέβαια στη σλαβική, εφόσον τότε δεν υπήρχε στην περιοχή της Μακεδονίας τέτοια γλώσσα, αλλά ούτε και ο Παύλος γνώριζε τέτοια γλώσσα. Αυτό που γνωρίζουμε από την Κ. Διαθήκη είναι ότι ο Παύλος μιλούσε πολλές γλώσσες, μεταξύ αυτών και την ελληνική, γνώριζε τον πολιτισμό, και τους μεγάλους ποιητές των Ελλήνων (Πράξ.17:28), αλλά δεν αναφέρεται πουθενά ότι μιλούσε τη σλαβική, άγνωστη τότε γλώσσα στην περιοχή αυτή. Άρα, ο Μακεδόνας στο όραμα μίλησε στον Παύλο στην ελληνική γλώσσα που γνώριζε και που διέδωσε ο Μ. Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του στον τότε γνωστό κόσμο.
Μετά το όραμα αυτό, ο Παύλος και η ομάδα του ξεκίνησαν για τη Μακεδονία και μέσω της Σαμοθράκης και της Νεάπολης (σημερινής Καβάλας) έφτασαν δια της Εγνατίας οδού στους Φιλίππους «που είναι η πρώτη πόλη εκείνου του μέρους της Μακεδονίας, Ρωμαϊκή αποικία», αναφέρει ο Λουκάς (Πράξ.16:11-12).
ΟΙ ΦΙΛΙΠΠΟΙ
Η Νεάπολη, η σημερινή Καβάλα, ήταν ένα μικρό χωριό ψαράδων, το λιμάνι των Φιλίππων. Οι Φίλιπποι πήραν το όνομά τους από τον Φίλιππο Β', τον πατέρα του Μ. Αλεξάνδρου. Προηγουμένως ονομάζονταν Κρηνίδες, εξαιτίας των πολλών και άφθονων νερών που υπήρχαν και υπάρχουν στην περιοχή αυτή. Την πόλη αυτή την ίδρυσαν οι Αθηναίοι που βρίσκονταν εξόριστοι στη Θάσο, οι οποίοι με μερικούς κατοίκους του νησιού ήρθαν στις Κρηνίδες και έκτισαν την πόλη αυτή με το όνομα αυτό δίπλα στις παλιές Κρηνίδες. Μεταξύ άλλων, στην περιοχή αυτή υπήρχαν πλούσια μεταλλεύματα χρυσού, άφθονα νερά, εύφορες πεδιάδες και άφθονη πέτρα για να χτίσουν την πόλη τους. Οι πρώτοι κάτοικοι της πόλης αυτής, λοιπόν, ήταν Έλληνες που μιλούσαν ελληνικά. Αργότερα, εποικίστηκε και από άλλους Έλληνες Μακεδόνες, από Εβραίους και από Ρωμαίους κατακτητές. Επειδή όμως η γλώσσα των πρώτων κατοίκων ήταν η ελληνική, όλοι όσοι ήρθαν αργότερα, έμαθαν και μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Αυτό συνάγεται από το ότι ο Παύλος και οι σύντροφοί του κήρυξαν στην ελληνική γλώσσα και όταν έγραψε την επιστολή προς τους Φιλιππησίους, την έγραψε στην ελληνική, γιατί οι παραλήπτες της ήξεραν μόνον ελληνικά.
Στη φυλακή των Φιλίππων, ο Παύλος και οι σύντροφοί του υμνούσαν τον Θεό στα ελληνικά, για να ακούνε την υμνωδία και οι άλλοι φυλακισμένοι. Ο δεσμοφύλακας της φυλακής μίλησε στον Παύλο και στους συντρόφους του στα ελληνικά: «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;». Η απάντηση του Παύλου ήταν στη γλώσσα του: «Πίστεψε στον Κύριο Ιησού Χριστό και θα σωθείς, εσύ και η οικογένειά σου» (Πράξ.16:29-31). Όσοι διαβάζουν την Αγία Γραφή ξέρουν την ιστορία αυτού του επεισοδίου.
Ένας άλλος λόγος που οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες, είναι ότι οι επώνυμοι της Εκκλησίας αυτής των Φιλίππων είχαν ονόματα ελληνικά: Ευωδία, Συντύχη, Επαφρόδιτος και Κλήμης (Φιλιπ.2:4, 4:2-3,18). Οι Φιλιππήσιοι αυτοί ήταν συνεργάτες του Παύλου, και είναι ονόματα που δείχνουν την ελληνικότητα των κατοίκων της πόλης αυτής.
Μετά την αποφυλάκιση του Παύλου και του Σίλα, οι Ρωμαίοι στρατηγοί της πόλης τους «παρακαλούσαν να αναχωρήσουν από την πόλη. Και εκείνοι, όταν βγήκαν από τη φυλακή, πήγαν στο σπίτι της Λυδίας και αφού είδαν τους αδελφούς, τους παρηγόρησαν και αναχώρησαν» (Πράξ.16:35-40). Σε ποια γλώσσα μίλησαν οι Ρωμαίοι στον Παύλο; Είμαι βέβαιος ότι η συνομιλία τους έγινε στην ελληνική γλώσσα.
Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Μετά από τους Φιλίππους, ο Παύλος και η ομάδα του, ακολουθώντας την Εγνατία οδό, πέρασαν από ελληνικές πόλεις με ελληνικά ονόματα και ελληνικούς πληθυσμούς, την Αμφίπολη και την Απολλωνία. Φαίνεται, ότι επειδή δεν υπήρχαν εβραϊκοί πληθυσμοί με συναγωγές, δεν έμειναν σ’ αυτές τις τόσο ξακουστές και ιστορικές πόλεις. Μέσω αυτών των πόλεων έφτασαν στη Θεσσαλονίκη, την πρωτεύουσα της ελληνικής Μακεδονίας. Η πόλη αυτή έχει το όνομα της αδελφής του Μ. Αλεξάνδρου. Εκεί, ο Παύλος και η ομάδα του μπήκαν στη συναγωγή των Ιουδαίων και τρία Σάββατα συζητούσε μαζί τους από τις Γραφές, εξηγώντας και αποδεικνύοντας, ότι ο Χριστός έπρεπε να πάθει και να αναστηθεί από τους νεκρούς και ότι αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός για τον οποίο τους μιλούσε. Και μερικοί από αυτούς πείστηκαν και ενώθηκαν με τον Παύλο και τον Σίλα, και από τους θεοσεβείς Έλληνες ένα μεγάλο πλήθος και πολλές από τις πρώτες γυναίκες (Πράξ.17:1-4).
Ποιοι ήταν αυτοί που πίστεψαν και ενώθηκαν με την ομάδα του Παύλου; Φαίνεται, από το «και από αυτούς», ότι αυτοί που πίστεψαν στον Ιησού Χριστό ήταν Ιουδαίοι, ένα μεγάλο πλήθος από τους θεοσεβείς Έλληνες, προσήλυτους στον μονοθεϊσμό του Ιουδαϊσμού και πλούσιες Ελληνίδες γυναίκες της άρχουσας τάξης της πόλης και πολλοί ειδωλολάτρες Έλληνες, όπως μαθαίνουμε από την Α' προς Θεσσαλονικείς επιστολή του Παύλου «πώς επιστρέψατε στον Θεό από τα είδωλα» (Α' Θεσ.1:9). Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι αυτοί που πίστεψαν στον Ιησού Χριστό ήταν Ιουδαίοι και Έλληνες που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και γι’ αυτό τους μίλησε στην ελληνική και όχι σε κάποια άλλη γλώσσα. Επίσης, όπως ξέρουμε, τις δύο επιστολές που έγραψε ο Παύλος, τις έγραψε στην ελληνική γλώσσα, γιατί οι παραλήπτες αυτών των επιστολών, αυτή τη γλώσσα ήξεραν, μιλούσαν και μπορούσαν να διαβάσουν και να καταλάβουν αυτά που τους έγραφε ο Παύλος.
Από τη δεύτερη αυτή ευρωπαϊκή μακεδονική εκκλησία, τρεις επιφανείς Έλληνες ενώθηκαν στην ομάδα του Παύλου και τον ακολούθησαν σε πολλά ταξίδια του. Ήταν ο Αρίσταρχος, ο Σεκούνδος και ο Γάιος. Μόνον ο Σεκούνδος είχε λατινικό όνομα, αλλά με ελληνική καταγωγή. Την πληροφορία αυτή μας τη δίνει ο Λουκάς στις Πράξεις: «Μαζί του, μάλιστα, ακολουθούσε... από τους Θεσσαλονικείς ο Αρίσταρχος και ο Σεκούνδος και ο Γάιος» (20:4). Αλλού, ο Λουκάς μας πληροφορεί ότι «άρπαξαν μαζί τον Γάιο και τον Αρίσταρχο, τους Μακεδόνες, συνοδοιπόρους του Παύλου» (19:29). Το επεισόδιο αυτό έγινε στην Έφεσο, όταν κάποιος αργυροχόος ονόματι Δημήτριος, που κατασκεύαζε αγαλματίδια της θεάς Άρτεμης, ξεσήκωσε τους Εφεσίους εναντίον του Παύλου, γιατί ζημίωνε τα κέρδη του από τη δουλειά του, όταν άρχισαν πολλοί να πιστεύουν στον Ιησού και εγκατέλειπαν την ειδωλολατρία (Πράξεις 19:23-29). Βλέπουμε, λοιπόν, ότι τα τρία διακεκριμένα πρόσωπα, συνοδοιπόροι του Παύλου, να είναι Έλληνες Μακεδόνες από τη Θεσσαλονίκη με ελληνικά ονόματα.
Εκτός από τα τρία αυτά άτομα, που αναφέραμε και ενώθηκαν με την ομάδα του Παύλου, ήταν και ο Ιάσων, στο σπίτι του οποίου κατέφυγε ο Παύλος, όταν ξεσηκώθηκε εναντίον του διωγμός από μερικούς φανατικούς Ιουδαίους. Φαίνεται ότι ήταν σημαντικό πρόσωπο στην κοινωνία της Θεσσαλονίκης, στο σπίτι του οποίου μπορούσαν να βρουν προστασία.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Λουκά, οι Ιουδαίοι που δεν πείθονταν, μαζί με μερικούς κακούς και χυδαίους ανθρώπους όρμησαν στο σπίτι του Ιάσονα για να συλλάβουν τον Παύλο μαζί με τους συνεργάτες του και να τους δικάσουν μπροστά στους πολιτάρχες. Και αφού δεν βρήκαν τον Παύλο, πιάσανε τον Ιάσονα μαζί με μερικούς νέους στην πίστη Χριστιανούς και τους έσυραν στους πολιτάρχες. Εκεί όμως δεν βρήκαν τίποτε εναντίον τους και αφού πήραν εγγύηση, οι πολιτάρχες τους απέλυσαν (Πράξ.17:5-7).
Η ΒΕΡΟΙΑ
Αφού απολύθηκαν με εγγύηση, ο Ιάσων τη νύχτα φυγάδεψε τον Παύλο και την ομάδα του. Μαζί έφυγαν και οι δυο Θεσσαλονικείς, ο Αρίσταρχος και ο Γάιος, επειδή ήξεραν το δρόμο προς τη Βέροια. Μόλις έφτασαν στη Βέροια, ο Παύλος και οι ομάδα του ήρθαν σε επαφή με το ιουδαϊκό στοιχείο. Πήγαν στη συναγωγή, κατά τη συνήθειά τους. Ο Λουκάς αναφέρει ότι Ιουδαίοι στη Βέροια ήταν «ευγενέστεροι από εκείνους στη Θεσσαλονίκη, επειδή δέχτηκαν τον λόγο με κάθε προθυμία, εξετάζοντας καθημερινά τις Γραφές» (Πράξ.17:10-11). Η έκφραση «καθημερινά τις Γραφές» σημαίνει ότι δεν εξέταζαν τις Γραφές στη συναγωγή, αλλά σε ειδικό ανοικτό χώρο. Εκεί μπορούσε ο καθένας να αναπτύξει τις ιδέες και τα πιστεύω του. Την εποχή εκείνη, σχεδόν σε κάθε ελληνική πόλη, υπήρχε η αγορά, με ένα ειδικό βήμα για τον ομιλητή.
Σε ποια γλώσσα εξέταζαν και ερευνούσαν τις Γραφές. Είμαι βέβαιος, στην ελληνική και από τη μετάφραση των Ο'. Επειδή την εποχή εκείνη, οι Εβραίοι αφομοιώθηκαν γλωσσικά με τον ντόπιο πληθυσμό και μιλούσαν επίσημα την ελληνική γλώσσα.
Το αποτέλεσμα των προσπαθειών του Παύλου και των συνεργατών του ήταν: «Πολλοί μεν, λοιπόν, από αυτούς πίστεψαν και από τις επίσημες Ελληνίδες γυναίκες και από τους άνδρες όχι λίγοι» (Πράξ.17:12). Τι σημαίνει η έκφραση «πολλοί από αυτούς πίστεψαν»; Ποιοι ήταν αυτοί; Σίγουρα, από τους Ιουδαίους συνομιλητές, πιθανόν και άλλοι. Επίσης, ήταν και μερικές Ελληνίδες της υψηλής κοινωνίας και πλούσιες και πολλοί Έλληνες. Ο Λουκάς δεν αναφέρει καμιά άλλη εθνότητα, παρά μόνον Έλληνες και Ιουδαίους που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Από αυτή την καινούργια εκκλησία των πιστών στην πόλη της Βέροιας, μαθαίνουμε ότι στην ομάδα του Παύλου προσκολλήθηκε και ακολούθησε ο Σώπατρος ο Βεροιαίος (Πράξ.20:4). Ήταν Έλληνας Μακεδόνας με ελληνικό όνομα, που σημαίνει «σωτήρας του πατέρα».
Από όλη αυτή τα μελέτη μας, συνάγεται το συμπέρασμα ότι την εποχή εκείνη, όπως και σήμερα, η Μακεδονία ήταν ελληνική, με ελληνικούς πληθυσμούς κυρίως, με ελληνική γλώσσα, γράμματα και πολιτισμό και ελληνικές, στην πλειοψηφία, χριστιανικές εκκλησίες. Ήταν και είναι ο ίδιος λαός με τη νότια Ελλάδα, με την ίδια γλώσσα και πολιτισμό, όπως της Αθήνας, της Κορίνθου και της Αχαΐας. Με αυτή τη γλώσσα επικοινωνούσαν οι Έλληνες της Μακεδονίας με τους Έλληνες χριστιανούς της νότιας Ελλάδας (Β' Κορ.8:1-6, 9:1-4, Α' Θεσ.1:7-8).
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σαν Έλληνες Μακεδόνες Χριστιανοί, είμαστε υπερήφανοι, γιατί από αυτά τα μέρη της ελληνικής Μακεδονίας ξεκίνησε ο Μακεδόνας βασιλιάς Μ. Αλέξανδρος, ο οποίος μετέφερε την ελληνική γλώσσα, τα ελληνικά γράμματα, την ελληνική παιδεία, τον ελληνικό πολιτισμό μέχρι τα βάθη της Ασίας. Εκεί διαδόθηκε η ελληνική γλώσσα και στα μέρη της Παλαιστίνης και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου γεννήθηκε ο Χριστός. Με τη γλώσσα αυτή του Μ. Αλεξάνδρου διαδόθηκε η πίστη στον Ιησού Χριστό, σε όλο τον κόσμο και επέστρεψε πίσω με το Ευαγγέλιο της σωτηρίας του Χριστού, εκεί από όπου ξεκίνησε, στην ελληνική Μακεδονία.
Εδώ στην ελληνική Μακεδονία ιδρύθηκαν οι πρώτες ευρωπαϊκές ελληνικές εκκλησίες του Χριστού. Από αυτές τις ελληνικές μακεδονικές εκκλησίες διαδόθηκε το Ευαγγέλιο της σωτηρίας του Χριστού στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Από την πόλη της Θεσσαλονίκης, όπως γράφει ο Παύλος «διασαλπίστηκε ο Λόγος του Κυρίου, όχι μονάχα στη Μακεδονία και στην Αχαΐα, αλλά... και σε κάθε τόπο» (Α' Θεσ.1:8). Σε όλο τον κόσμο, στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Αυστραλία και παντού, όπου διαβάζονται οι τρεις επιστολές του Παύλου (Φιλιππησίους και οι δύο προς Θεσσαλονικείς).
Είμαστε υπερήφανοι, όχι μόνον γιατί είμαστε Έλληνες Μακεδόνες Χριστιανοί, αλλά και γιατί είμαστε ένα κομμάτι από αυτήν την Εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Κηρύττουμε το ίδιο Ευαγγέλιο που κήρυξε ο Παύλος, πιστεύουμε στον ίδιο Σωτήρα, τον Ιησού Χριστό και μελετάμε τις ίδιες επιστολές που μας έγραψε ο απόστολος των εθνών Παύλος.
του Ηλία Α. Αντωνιάδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου